Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Κουραμπέτσα γίδα...


Γενικά με τα κουρέματα έχω ένα θέμα. Όταν είμαστε μικρά και μας κούρευαν με την ψιλή στο σχολείο μας κορόϊδευαν με το παρακάτω "Κουραμπέτσα γίδα, σ'έφαγε ψαλίδα..."! Μετά ακολουθούσε σφαλιάρα στο σβέρκο!!!

Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

επιστολή σε μια κομμώτρια...

Αγαπητή μου Τζόουρτζια,
με χαρά επληροφορήθην ότι κομίζεις την κομμωτικήν τέχνη και πραγματικά, αφορίζοντας την κακότροπη και οπισθοδρομική συμπεριφορά ορισμένων θηλυπρεπών αρσενικών του φόρουμ μας (ήτοι παλιοπτσιάδουν) θα ήθελα να με συμβουλεύσεις σε ένα κρίσιμο για εμένα ζήτημα:
Ως γνωστόν, από της ηλικίας των τριάκοντα ετών, η κόμη μου άρχισε σταδιακά να κοντένει ανησυχητικά. Ενώ στην αρχή το μήκος της έφτανε στο ύψος του κόκυγος (λέγε με άνω κωλομέρια) με το πέρας των μηνών τα μαλλιά μου μίκραιναν με αποτέλεσμα σήμερα να μην ξεπερνάνε τα τρία - τέσσερα εκατοστά το μήνα. Πολλοί φίλοι μου ανησύχησαν για το συμβάν αυτό και πολλάκις με συνεβούλευσαν να προσφύγω σε ψυχιατρική βοήθεια και αρωγή, φοβούμενοι ότι το ελάττωμα του μήκους οφειλόταν σε ψυχοτροπογόνα ορμονικά, που προεκλήθησαν από την έναρξη του επαγγελματικού μου βίου και του άγχους που αυτό συνεπάγεται.
Παρόλα αυτά, ο ψυχίατρος, ικανότατος επιστήμων με σπουδές εις Βιέννας και ΤΕΙ Φαρσάλων ευστόχως διαπίστωσε ότι το άγχος δεν συνδεόταν με την μείωση του μήκους των θριχών μου, ούτε και η οδυνηρή παιδική ηλικία, η πρώιμη σεξουαλική μου ανάπτυξη και το αίσθημα ανασφάλειας για την ωρίμανση των γεννητικών μου οργάνων, όπως υποψιαζόμουν διαβάζοντας επιμελώς μεγάλους καθηγητές της ψυχιατρικής, όπως ο Φρόϊντ και η Τατιάνα Στεφανίδου.
Όπως μου επεσήμανε ο δρόκτορας, η μείωση του μήκους των μαλλιών μου οφειλόταν σε εξωγενείς παράγοντες και ιδίως στην κοπή αυτών από τις επισκέψεις στον κουρέα της γειτονιάς μου. Η αποκάλυψη αυτή ήταν εξόχως αποκαλυπτική... Αποκαλύφθησαν αποκαλυπτικές αποκαλύψεις...! Κυριολεκτικά έριξε άσπιλο φως απλέτως σε ένα ζήτημα, που απασχόλησε εντόνως εμένα, την οικογένειά μου, τον ευρύ κοινωνικό μου κύκλο, την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών!
Είχε όμως μια συνέπεια, που ήταν αδύνατο να προβλέψω! Αίφνης, παρατήρησα στον καθρέφτη ότι στο είδωλο μου φαινόσαντο λευκές θρίχες στο ύψος της φαβορίτας και του κροτάφου. Για πολλές εβδομάδες πίστευα ότι ο καθρέφτης ήταν ελαττωματικός, αλλά αδυνατούσα να κάνω κάτι γι'αυτό. Τον είχα αγοράσει από τους Ρωσοπόντιους του Μενιδίου και δεν είχε εγγύηση μη καλής λειτουργίας. Μέχρι που ένας φίλος μου, υπερπηδώντας μια καλή σχέση που είχαμε αναπτύξει από την στρατιωτική μας θητεία μου ανέφερε το ρητό "άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην follie Follie"!
Μπροστά στην λευκότητα της τρίχας, αισθάνθηκα ως δυσκοίλιος μπροστά στο χαρτί υγείας. Ένας έντονος πόνος αγκάλιασε το μικρό στομάχι μου και μια αδυναμία μου φαγούρισε το δεξί μου ρουθούνι... Αυτή ήταν λοιπόν η λήξη της παιδικής μου ηλικίας; Στα τριανταπέντε μου θα πέρναγα τόσο μικρός στην εφηβεία; Κι αν ασπρίζει το τριχωτό της κεφαλής μου στα τριανταπέντε, τι στ'αλήθεια θα πρέπει να κάνει όταν φτάσω τα 480 χρόνια; Πως θα είναι τότε τα μαλλιά μου;
Οι σκέψεις αυτές ταλάνιζαν τον ανήσυχο εγκέφαλό μου... Αλλά ξαφνικά, ως χερουβείμ μια τηλεοπτική εκπομπή μου άνοιξε νέους ορίζοντες στην αντίληψή μου για τη ζωή. Ένα σπρέϊ μαλλιών θα έβαφε τις τρίχες μου και από λευκές θα μετουσιωνόταν σε μαύρες! Έτσι και με τον τρόπο αυτόν δεν θα έφταναν ποτέ τα κακά μαντάτα στην folie folie!
Όμως το σπρέϊ ήταν μάπα... Κάθε φορά που ίδρωνα και πήγαινα στην δουλειά, φεύγανε σαν πουλιά τα χρώματα! Χαρτιά, πληκτρολόγια και γιακάδες λερωνόταν από την βαφή! Η κατάσταση είναι απελπιστική, γιατί κινδυνεύω να χάσω την δουλειά μου. Όλοι διαμαρτύρονται γιατί λερώνεται η μοκέτα του γραφείου....

Γι'αυτό λοιπόν Τζόουρτζια, επειδή είσαι του χώρου, θέλω να μου δώσεις την ειλικρινή επαγγελματική συμβουλή σου:

Ξέρεις με ποιόν τρόπο βγαίνει η βαφή μαλλιών από την μοκέτα του γραφείου;

Ευχαριστώ, Σίνσερλι γιόρς...

Σάββατο 9 Απριλίου 2011

wanna be...

Άμα γίνω αρχιτέκτονας εργένικων σπιτιών, θα επιβάλλω μια βρύση στο κομοδίνο...

μια τραγωδία...

όταν ήμουν μαθητής με δάγκωσε ένα ραδιενεργό γιουβαρελάκι και απέκτησα τις σούπερ ιδιότητές του... Είμαι το διάσημο ΓΙΑΠΡΑΚΙ ΜΠΟΪ... (διάσημος εχθρός μου η ΓΙΑΛΑΝΤΖΙ ΝΤΟΛΜΑ ΓΟΥΜΑΝ)*

*με αφορμή τη νέα εγκυκλοπαίδεια των ηρώων της marvel comic που αγόρασα...

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Το χαρμόσυνο μήνυμα του Άγγελου Ραφανιήλ

Ο Αρχάγγελος Ραφανιήλ, επελέγη από τον ίδιο τον Γαβριήλ να πάει στην Γη και να δώσει το χαρμόσυνο μήνυμα. Εκπαιδεύτηκε σχεδόν μια χιλιετία για το πως θα έλεγε το "Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου"... Τα τελευταία τριάντα χρόνια όμως έγινε σταδιακή περικοπή στο λεξιλόγιο, καθώς στην Ανώτερη Ακαδημία του Παραδείσου, στην Σχολή Ανθρωπολογικής Γλωσσολογίας μπέρδεψαν το "Ο Κύριος μετά Σου" με το "Ο Κύριος με τα Σου", διαπιστώνοντας ότι τα Σου είναι γλυκά, άλλως είδη ζαχαροπλαστικής... Το ίδιο το Άγιο πνεύμα τους είπε να κόψουν τα πολλά πολλά... Ένα χαίρε κεχαριτωμένη και πολύ ήταν! Το ίδιο εκείνη την εποχή εκπαιδευόταν στην χρήση του ίντερνετ στην Αμερική και ήδη σκεφτόταν να της στείλουν μήνυμα με σμάϊλις.
Ο Ραφανιήλ την μεγάλη μέρα, νίφτηκε, χτενίστηκε, άπλωσε και τα φτερά του να στεγνώσουν και αφού πήρε το ΟΚ και έναν κρίνο έπεσε στην Γη να βρει την μάνα του Μήτσου Μπλέτσα... Δεν δυσκολεύτηκε και πολύ... Την βρήκε μεν, αλλά αυτή όπως τον είδε με τα φτερά να τον αγκαλιάζουν, τα μακρυά μαλλιά και τα ξυρισμένα πόδια τον πέρασε για τραβεστί, ντιγκιντάγκα από την Συγγρού και σκιάχτηκε... Είχε ακούσει ότι αυτές κλέβουν τα κραγιόν, τα καλσόν και τα γυναικεία σλιπάκια και τον πήρε στο κατώπι με το σκουπόξυλο.
Έπεσε να πεθάνει ο Ραφανιήλ... Τριγυρνούσε στα καπνοχώραφα, μόνος, έρμος και απογοητευμένος... Δεν πρόλαβε να αρθρώσει λέξη. Δεν μπορούσε καν να δικαιολογηθεί, γιατί μπορεί οι Άγγελοι να ομιλούν τις γλώσσες τις ανθρώπινες όλες, αλλά αυτός δεν ήξερε καθόλου ελληνικά... Το μόνο που ήξερε ήταν να διαισθάνεται τα συναισθήματα των ανθρώπων... Και εδώ είναι η μεγάλη αλήθεια: έγινε Αρχάγγελος με μέσον, γιατί ήταν προαπαιτούμενη η γνώση της ανθρώπινης λαλιάς. Αλλά πήγε πιστοποιητικό γνώσης προ της εποχής του πύργου της Βαβέλ, τότε που η γλώσσα ήταν μια και τα μέλη της Αρχαγγελικής Συνοδικής Επιτροπής Παραδείσου (ή αλλιώς ΑΣΕΠ) το έκαναν δεκτό.
Καθώς βρισκόταν στην μέση του πουθενά έψαχνε ο έρμος να βρει την ουρά της Μεγάλης άρκτου να προσανατολιστεί για να πετάξει προς τον Παράδεισο είδε να πλησιάζει ένα φως....
Δεν ήταν και ιδιαίτερα προσαρμοσμένος στις ανθρώπινες τεχνολογίες, και νόμισε προς στιγμή ότι πλησίαζε κάποιο φανταχτερό νεφελίμ, σαν αυτά που πολλές φορές είχε ακούσει στον Παράδεισο... Όμως στην πραγματικότητα ήταν ένα τρίκυκλο, που οδηγούσε ο Μήτσος Φλώκος και ο Χαριλόης Γούσης , οι οποίοι κόντεψαν να πέσουν στο γειτονικό χαντάκι από την έκπληξή τους.
Μπροστά τους φάνταζε μια γυναίκα με 1,90 ύψος, ξανθά μακρυά μαλλιά, ξυπόλυτη και με μια γούνα με φτερά από το λαιμό μέχρι τα γόνατα...
Κοιτάχτηκαν... Ξανακοιτάχτηκαν... Κοίταξαν το τσιγαριλίκι που κάπνιζαν... Ξανακοιτάχτηκαν. Ο Ραφανιήλ διαισθάνθηκε την έκπληξή του και κοκορεύτηκε ελαφρά. Οι άνθρωποι ένιωσαν την αγγελική του υπεροχή.
Ο Φλώκος ρώτησε πρώτος: "Ουκρανέζα να ναι αυτή ή Γεωργιανή"; Ο Γούσης σήκωσε τους ώμους: "ό,τι και να ναι θα πεσε από το φορτηγό του Λάκη Μπλέτσα"... "Να ναι φυσική ξανθιά" αναρωτήθηκε ο Μήτσο Φλώκος... Κοιτάχθηκαν πάλι, κοίταξαν και τον Ραφανιήλ... Μόνο με έναν τρόπο μπορούσαν να το διαπιστώσουν. Πήγαν και σήκωσαν λίγο τα φτερά από το ύψος της βουβωνικής χώρας... Ξαφνικά πετάχτηκαν και οι δυο πίσω σκιαγμένοι: ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΟΥΛΙ!!!
Ο Γούσης πήγε και ξέρασε στην ρόδα απ'το τρίκυκλο και ο Φλώκος έβριζε το τσιγαριλίκι...!!! ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΟΥΛΙ... Ο Ραφανιήλ διαισθάνθηκε έναν έντονο τρόμο και υπερηφανεύτηκε πάλι για την αγγελική του φύση.
"Τραβεστόνι του κιαρατά"... γρύλισε ο Χαριλόης Γούσης... "ανέβα πάνω στο τρίκυκλο να σε πάμε στον Γάκια Γρίβα, που χει το κωλάδικο να σε κάμει καμιά δουλειά, να πάρουμε κι εμείς το μερτικό μας". Ο Ραφανιήλ δεν κατάλαβε το κέρατό του το τράγιο. Ανέβηκε όμως στην καρότσα απ'το τρίκυκλο και περίμενε να δουν τι θα γίνει. Δεν είχε καμία συναίσθηση ισορροπίας και στεκόταν όρθιος, μέχρι που ο Μήτσο Φλώκος έδωσε μια γρήγορη με το γκάζι και έσκασε κάτω με τον κώλο...
Στο κωλάδικο του Γάκια Γρίβα είχαν αναδουλειές. Έτσι με χαρά ο Γάκιας δέχθηκε το χαρμόσυνο νέο ότι ένα τραβεστόνι θα μπορούσε να δουλεύει, με την σκέψη ότι πολλοί νέοι Αγρινιώτες είχαν γνωρίσει τον παράνομο έρωτα σε κάποιο στενό της Συγγρού σαν φαντάρια και θα είχαν άσχημα γούστα. Όταν ρώτησε τον Ραφανιήλ πως τον λένε, εκείνος απάντησε τα λίγα ελληνικά που έμαθε: "Χαίρεκε..." τα υπόλοιπα τα ξέχασe, όπως πάντα. Από τα βάθη όμως του κωλάδικου, κάτω από την εικόνα του Κωνσταντίνου του Β' που είχε μόνιμα ο Γάκιας κρεμασμένη, ως φανατικός του οπαδός, ακούστηκε η φωνή της Σούλας Κριεμπούνη: "Τουρκάλα είναι ο πούστης... Χέρεκε είναι τούρκικο όνομα. Λένε ότι είναι και μια πόλη με ωραία χαλιά".
Η Σούλα Κριεμπούνη, ήταν η φύλακας των κοριτσιών του Γρίβα. Όποια κοπέλα έμπαινε στο μαγαζί τύγχανε της προστασίας και της προσοχής της Σούλας... Την περιποιόταν, την έπλενε, την έβαφε και της δάνειζε και καμιά καπότα για τις πρωινές ξεπέτες στις καρότσες των αγροτικών.
Σαν μπάνισε τον Ραφανιήλ, της γεννήθηκε η αμφιβολία... "Ξανθιά Τουρκάλα;;;" σκέφτηκε... "Μάλλον για Φινλανδή μοιάζει". Δεν είπε όμως τίποτε. Τουρκάλα φώναξε; Τουρκάλα είναι.
Ο Ραφανιήλ αισθάνθηκε την αμφιβολία και την αμφισβήτηση και την συνδύασε με την εξωκοσμική του φύση: Δεν μπορούν να με πιστέψουν, σκέφτηκε με το αγγελικό μυαλό του.
Τότε ο Γάκιας Γρίβας του προσέφερε το πρώτο σκωτς. Ένα τζώνυ κόκκινο, φουλ στο παγάκι. Ο Ραφανιήλ ενθουσιάστηκε: ένα χρυσό ποτό στα χέρια του. Το έβαλε στα χείλη του και πέρασαν από το μυαλό του κρυμμένες αναμνήσεις νεκρών ανθρώπων από τα χωράφια της Σκωτίας, τα παγωμένα νερά της Θούλης και τα χιόνια της αρκτικής. Ήπιε το ποτό μονορούφι!!!

"Έχουμε γερό ποτήρι" ανέκραξε ενθουσιώδης ο Γάκιας και η Σούλα Κριεμπούνη ανεβοκατέβασε συναινετικά το κεφάλι της. "Θα κάνουμε καλές δουλειές εδώ πέρα"...

Του Γάκια με το τρίτο Λάγκαβούλι που ήπιε κάπως του ρθε να τα ρίξει στη Χαίρεκε... Ο Ραφανιήλ δέχθηκε ένα κύμα λατρείας εκ μέρους του και για πρώτη φορά πίστεψε ότι είχαν κατανοήσει την αγγελική του φύση. Έτσι όταν τον έσυρε ο Γάκιας στο γραφείο του πίσω απ'το μπαρ πίστεψε ότι είχε έρθει η ώρα να λατρευτεί αληθινά και να αναγνωριστεί ο σκοπός της επισκέψεώς του στην Γη. Του ήρθε βέβαια περίεργο που ο Γάκιας κατέβασε τα παντελόνια του και τον γύρισε πλάτη προς αυτόν, κάνοντάς τον να σκύψει στο τραπέζι του γραφείου, αλλά θεώρησε ότι είναι μια μορφή ιεροτελεστίας.
Ο Γάκιας άρχισε να μουρμουράει και να ψάχνει: "μα που στο καλό είναι"... "μα που την έχει ρε γαμώτο"... Έσπρωχνε από δω, έσπρωχνε από κει... Τίποτε! Κάποια στιγμή νευρίασε και άρχισε να φωνάζει: "που είναι μωρή η τρύπα σου"; Μέχρι εκείνη την στιγμή ο Ραφανιήλ δεν είχε καταλάβει τίποτε, μέχρι που έφαγε τα πρώτα σκαμπίλια... "¨Που την έχεις μωρή την τρύπα σου" έκραξε ερεθισμένος ο Γάκιας...
Τότε ο Ραφανιήλ εντόπισε το μίσος στην καρδιά του Γρίβα. Ξαφνικά ανοίγει τα μέχρι τότε κλεισμένα φτερά και ο Γάκιας στριγγλίζει σαν γκόμενα. Σηκώνει την ρομφαία και του κόβει μια στα γεννητικά όργανα με αποτέλεσμα το ένα μπαλάκι να πέσει στο διπλανό ποτήρι με το λαγκαβούλι. Ο Ραφανιήλ κοίταξε την οροφή και εκσφενδονίστηκε στο διάστημα, αφήνοντας τον Γάκια Γρίβα πεσμένο στο πάτωμα, ξεμπλέτσωτο κι αμίλητο...
Έτσι τον βρήκε η Σούλα και κάλεσε το ασθενοφόρο... Κοίταξε το κομμένο αρχίδι μέσα στο ποτήρι με το Λαγκαβούλι, ήπιε μια γουλιά και είπε: αυτό είναι ουϊσκι μ'αρχίδια... Περπάτησε προς την έξοδο και είδε την φωτογραφία του Κωνσταντίνου του Β' του Γλύξμπουργκ και χαμηλώνοντας το κεφάλι φώναξε: Ο Θεός το κανε το θαύμα του...μονάρχης εσύ μονάρχις και ο Γάκια Γρίβας.
Ο Ραφανιήλ τους έκανε όλους να ξεχάσουν την παρουσία του. Αλλιώς θα ήταν ο μοναδικός άγγελος που εθωπεύθη από κοινούς θνητούς. Μόνο η Σούλα καμιά φορά όταν έβλεπε τον Μήτσο Μπλέτσα, που γεννήθηκε εννιά μήνες μετά, σκεφτόταν ασυναίσθητα μια Τουρκάλα με Φινλανδικά χαρακτηριστικά...

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011

Ένα ακόμη θαύμα του Μήτσου Μπλέτσα: η θεραπεία του Σακάτη!!!

Σχεδόν όλα τα απογεύματα των παιδικών χρόνων και στην συνέχεια των εφηβικών ο Μήτσος Μπλέτσας τα πέρασε κρεμασμένος στα κάγκελα του γηπέδου της ποδοσφαιρικής ομάδας "ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗΣ Α.Ο." του χωριού του. Άλλες φορές καθόταν στην μεγάλη ρόδα ενός παρατημένου τρακτέρ που βρισκόταν πίσω από το τέρμα και άλλοτε συνέβαλε κι αυτός στην διαδικασία της προπόνησης διώχνοντας τα πρόβατα που έμπαιναν να βοσκήσουν στο γήπεδο. Η ενασχόλησή του αυτή, του έδωσε το προσωνύμιο "ο ποιμένας", το οποίο θα τον ακολουθούσε σε όλη του την ζωή.
Το έτος 2000 ο ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗΣ βρισκόταν στην πιο δύσκολη φάση της πορείας του στην ΕΠΣ Αιτωλοακαρνανίας. Η αντίπαλη ομάδα στο τοπικό πρωτάθλημα, την οποία μισούσε με σθένος ο Μήτσος Μπλέτσας και όλοι οι χωριανοί του, ήταν ο ΠΑΝΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΑΣΤΕΡΑΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ, ο θρυλικός ΠΑΞ, ο οποίος έπαιρνε όλες τις πρωτιές. Επειδή επικρατούσε πάντα, το τοπικό πρωτάθλημα είχε χαρακτηριστεί ΠΑΞ ΡΟΜΑΝΑ, οι εχθροί του όμως απαντούσαν ΠΑΞ και ξερός.
Αν οι Ρωμαίοι είχαν επικρατήσει με το gladius, ο ΠΑΞ επικράτησε με τον αιωνόβιο έφηβο Μπάκια Χαλκιόπουλο, ο οποίος ήταν ένας τοπικός ήρωας για την περιοχή του Ξηρομέρου. Λέγεται ότι ο πατέρας του ήταν παλιός παίκτης του Παναμβρακικού, ο οποίος γκάστρωσε μια χήρα από την Κατούνα και όπως συμβαίνει σε τέτοιου είδους περιπτώσεις εξαφανίστηκε σε κάποιο ρουμάνι της περιοχής. Ο Μπάκιας έπαιζε ποδόσφαιρο από την εποχή ακόμη της χούντας, όταν ο ΠΑΞ είχε πάρει πάρει την ονομασία ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΑΣΤΕΡΑΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ και μέσα στο περήφανο αστέρι είχε βάλει κι ένα Φοίνικα. Σαν Φοίνικας και ο Μπάκιας σε κάθε αγωνιστική αναγεννιόταν από τις στάχτες του και σάρωνε στον αγωνιστικό χώρο.
Γιατί παρά τα πενήντα του χρόνια ο Μπάκιας δεν είχε γίνει διάσημος για την ποδοσφαιρική του υπεροχή, αλλά για την ικανότητα να θερίζει πόδια και να σπάει καλάμια ποδιών των αντίπαλων παικτών. Η μονάδα ορθοπεδικής του Γενικού Νομαρχιακού Νοσοκομείου Αγρινίου βρισκόταν πάντοτε σε επιφυλακή σε κάθε αγώνα του ΠΑΞ και ο διευθυντής είχε πάντοτε χειρουργείο σε ετοιμότητα. Γι'αυτό και τον Μπάκια Χαλκιόπουλο, τον φώναζαν "ΜΠΕΝ ΧΟΥΡ" από την θρυλική ταινία και την σκηνή με την αρματοδρομία. Ο Μήτσος Μπλέτσας όμως χρησιμοποιούσε τον χαρακτηρισμό "ΚΟΣΙΑΣ"...
Με τον Μπάκια - Κοσιά, δεν ήθελε κανένας να παίξει κόντρα. Δεν του κανε και κανένας αναφορά, γιατί ήταν μετρητής στην ΔΕΗ (μπήκε επί Μητσοτάκη το 1992 τιμής ένεκεν) και όποιος του την έλεγε, του έκοβε το ρεύμα, του αφαιρούσε το ρολόϊ και γκρέμιζε και την κολώνα δίπλα απ'το σπίτι του. Δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να παιχτεί με διαφορετικό τρόπο.
Από την άλλοι οι παίκτες του ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗ εκείνη την εποχή άρχισαν να παίζουν χρηματιστήριο και δεν ήθελαν να τρέχουν με τσακισμένα πόδια στα γραφεία χρηματιστηριακής διαμεσολάβησης, ενώ δεν ήθελαν και να τους κοπεί το ρεύμα, γιατί όλα τα χρήματά τους είχαν κατατεθεί σε μετοχές της ΛΙΝΟΒΑΜΒΑΚΟΚΑΠΝΟΥΡΓΙΚΗΣ, στην οποία ήταν και μέτοχοι. Με ταξίματα και μικροχαρτζιλίκια, τα ψιλοκατάφεραν και μάζεψαν μια δεκάδα... Τους έλειπε ο ενδέκατος.
Και ήταν όλοι συγκεντρωμένοι και όταν δεν μίλαγαν στα κινητά, φωνάζοντας "πούλα, πούλα, πούλα" ή "λίμιτ απ", στεναχωριόταν πολύ για την κατάστασή τους. Και έλεγαν τι μπορούν να κάνουν... Κάποιος είπε να βάλει έναν Αλβανό, που είχε εργάτη στο χωράφι του, αλλά μετά το σκέφτηκε ότι πρέπει να είναι αρτιμελής, γιατί ήταν η εποχή, που μάζευαν το τριφύλλι. Άλλος είπε να βάλουν την χαζό Μήτσο-Κατίνα, μια γυναίκα που έμοιαζε σαν άντρας. Αλλά μπα...! Όχι ότι η Μήτσο - Κατίνα δεν θα τον έβαζε κάτω τον Κοσιά, αλλά δεν τόλμαγε κανείς να της το πει να παίξει σε αντρική ομάδα.
Εκείνη την στιγμή, εμφανίστηκε ο πρώτος μαύρος πωλητής σιντί στο χωριό. Ο Μήτσος Μπλέτσας δεν είχε ξαναδεί στην ζωή του ποτέ μαύρο. Μόνο στην τηλεόραση και μια φορά είχε δει σε ένα λεωφορείο έναν επιβάτη μαύρο, αλλά πέρασε γρήγορα και δεν πρόλαβε να το επεξεργαστεί ο εγκέφαλός του. Μια ζωή στο χωριό, δεν είχε και πολλές παραστάσεις. Μάλιστα σοκαρίστηκε όταν είδε ότι πουλούσε και σιντί, όταν αυτός πίστευε ότι η κασέτα δεν πρόκειται να πεθάνει ποτέ.
Ο πρόεδρος της ομάδας, Διονύσης Μαυροχαρόπουλος είχε φώτιση και πήγε και πλεύρισε τον μαύρο. Πως σε λένε; Σόλομον λέει αυτός... Όλοι στην ομήγυρη θαύμασαν: Ω ΩΩ ΩΩ ΩΩ ΩΩΩ ΩΩ!!! Ωραίο όνομα... Σολομώντας! Ο πρόεδρος απόρησε: "Εβραίος είσαι ρε"; Όλοι στην ομήγυρη θαύμασαν: ΩΩΩΩΩΩΩΩΩ... Μαύρος Εβραίος. Ο Νάσο Μπλέτσας, τρίτος ξάδελφος του Μήτσου, ο οποίος είχε την επονομασία "Κλανιάρης" διάβαζε φανατικά τον ΣΤΟΧΟ και ήταν ντεμί Χρυσαυγίτης, του έδωσε την ονομασία "ΙΟΥΔΑΙΟΣ" ή Τζούντας. Ο Κλανιάρης ανέλυσε και την σκοπιμότητα της πρόσληψης του μαύρου, εξηγώντας ότι αφενός ο ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗΣ πλέον θα αναβαθμιστεί στην τοπική κοινωνία, γιατί θα έχει μεταγραφή από το ΚΟΠΑ ΑΦΡΙΚΑ, αφετέρου θα είναι το μεγάλο όπλο κατά του ΚΟΣΙΑ, γιατί είχε δει σε βιντεοκασέτα ταινία του Μπρους Λη, καρατίστικη, ζίου ζίτσου και τέτοια που ήταν ένας μαύρος και τον βάραγαν δέκα κινέζοι και δεν πάθαινε τίποτε. "Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, ότι οι αράπηδες, σαν κατώτερη φυλή, δεν αισθάνονται πόνο... Η δε φύσις τους έδωσε το χάρισμα να είναι σκληρόπετσοι και βαρυκόκκαλοι" έκλεισε την ανάλυσή του, αφήνοντας μια επική κλανιά, η οποία σχολιάστηκε ως αυτονόητη.
Και πως ρε παιδιά θα τον περάσουμε τον αράπη, να παίξει στην ομάδα; Θα τον χαρακτηρίσουν παίκτη του εξωτερικού, ποιός θα του κάνει δελτίο; Ήταν η γενική απορία. Ο πρόεδρος δεν είχε πρόβλημα. Είχε επαφές με την ΕΠΣΑ και θα το κανόνιζε... Άλλωστε την Κυριακή θα ήταν διαιτητής ο Τζίμης Χασιάρας, ο οποίος ήταν γνωστός με την ονομασία "ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ"... Το όνομα δεν ήταν άσχετο με την ιδιότητα του διαιτητή: ήταν τυφλός σαν τον διάσημο μάντη ,σε όλη την διάρκεια του αγώνα, δεν έβλεπε καμία φάση, αλλά μπορούσε πάντοτε να προβλέπει το αποτέλεσμα του αγώνα και σφύριζε προληπτικά σε φάσεις που δεν έγιναν.
Στον περίφημο αγώνα ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗΣ κατά ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΥ το 1998 απέβαλε δυο παίκτες της Αγρινιώτικης ομάδας όταν διαμαρτυρήθηκαν ότι σφύριξε φάουλ χωρίς να κάνουν κάτι, τους αποστόμωσε λέγοντας ότι "σφύριξε επειδή θα έκαναν"... Για να μην χρησιμοποιεί συχνά το χάρισμά του αυτό, οι ομάδες πριν τον αγώνα τον πλήρωναν. Και από "ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ" γινόταν "ΜΗΤΕΡΑ ΤΕΡΕΖΑ".
Ο Σόλομον με πολύ χαρά δέχθηκε να παίξει... Πήρε ένα μεροκάματο καλό (το οποίο έβαλε σε ένα πουγκί κρεμασμένο στην μασχάλη του), ξεπούλησε και όλα τα σιντί, τα οποία αγόρασαν οι χωριανοί για να δείξουν ότι είναι και πολύ χάϊ τεκ, καθώς όλοι είχαν ακόμη κασετόφωνα! Φόρεσε την φανέλα της ομάδας και μπήκε μέσα για να κάνει προθέρμανση. Οι υπόλοιποι παίκτες δεν ήξεραν τι είναι η προθέρμανση... Τέλειωσαν τις μπύρες που είχαν ανοίξει (ενεργειακό ποτό), ρεύτηκαν, τράβηξαν από μια τζούρα από τα Μάλμπορο και μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο. Οι οπαδοί του ΠΑΞ άρχισαν να φωνάζουν ρατσιστικά συνθήματα για τον μαύρο... Ένας επόπτης πήρε το δελτίο του και διάβασε "ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΝΕΛΟΠΟΥΛΟΣ"... Του φάνηκε περίεργο. 'Ελληνας είναι; ρώτησε τον αρχηγό του ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗ... "Ναι" του απάντησε! "Είναι από την Αμαλιάδα... Γι'αυτό είναι σαν γύφτος"!
Ο Κοσιάς απόρησε με την παρουσία του μαύρου... Θεώρησε ότι είναι παίκτης υψηλής κατηγορίας. Τουλάχιστον Δ' Εθνικής!!! Γι'αυτό και προσπάθησε να επιβληθεί στο γήπεδο με κινήσεις αλά Βαμβακούλα. Το μαυράκι, όπως πάτησε μια τρεχάλα, αρπάζει την μπάλα, περνάει όλη την άμυνα και βάζει Γκολ στο 4ο λεπτό... Χαμός στην εξέδρα του ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΗ!!! Γίνεται σέντρα, η μπάλα στον Κοσιά, ο Σόλομον αρπάζει την μπάλα, περνάει την άμυνα και βάλει δεύτερο Γκολ στο 5ο λεπτό... Οι οπαδοί της ΠΑΞ είχαν αρχίσει να ωρύονται. Στην πραγματικότητα δεν είχαν συνηθίσει σε τέτοιου είδους αντιαθλητικό ποδόσφαιρο... Πάντα στους αγώνες οι παίκτες ήταν στάσιμοι, συνήθως λαχανιασμένοι από τις μπύρες και το κάπνισμα και απλώς πάσαραν την μπάλα.
Κάποια στιγμή ο Κοσιάς αποφάσισε να ενεργοποιηθεί... Προσπαθούσε επιμελώς να κλαδέψει τον Ιουδαίο, αλλά δεν τον προλάβαινε. Είχε φτάσει στο 89 και έφαγαν 14 γκολ!!! Στο 90 ο Ιουδαίος έτρεχε για το τελευταίο και πιο ηρωικό γκολ... Εκεί ο Κοσιάς, σε μια σωματική υπέρβαση ψυχής, τον πρόλαβε και υπήρξε μια ιστορική καλαμιά!!!
Τόσο ιστορική, που ο Μήτσος Μπλέτσας
συμπέρανε :Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ το ίδιο είμαστε μπροστά στον Κοσιά...!!!
Στο γήπεδο... λίγα μέτρα από το τέρμα του ΠΑΞ στεκόταν παράλυτος από τον πόνο ο φτωχός Σόλομον... Τα δάκρυα ξεχείλιζαν. Πιο κάτω ήταν το πουγκί με το μεροκάματό του... Αλλά πιο κάτω ήταν με σπασμένο το πόδι, αυτός ο ίδιος ο αιώνιος ο Κοσιάς με τ'όνομα. Το βουνό είχε πέσει... Ο Κοσιάς, κοσιεύτηκε.
Εκείνη την στιγμή έπεσε ο στοιχειώδης φράκτης του γηπέδου και καμια τριανταριά ΠΑΞίτες όρμησαν προς τον μαύρο για να τον λιντσάρουν. Ο πρόεδρος έτρεξε να τον βοηθήσει, αλλά αυτός δεν είχε καταλάβει τι γινόταν. Νόμιζε ότι τα 14 γκολ που έβαλε θα του τα αναγνώριζαν. Δεν ήξερε τι πάει να πει Ξηρόμερο... Ο Μήτσο Μπλέτσας όμως ήξερε τι θα πει και ανέκραξε όσο πιο δυνατά μπορούσε: ΑΡΟΝ ΤΟ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΟ ΣΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΠΑΤΕΙ...
Ο Σόλομον κοίταξε τότε πίσω και μόλις είδε το πλήθος των οπαδών με τους σιδηρολοστούς και τα παλούκια, αν και σακατεμένος από το χτύπημα του Κοσιά, πετάχτηκε επάνω, πήρε το μεροκάματό του και έφυγε τρέχοντας μέσα σε ένα χωράφι με καπνά...

Και αυτό ήταν ένα ακόμη θαύμα του Μήτσου Μπλέτσα...

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Η παραβολή του καλού ΕΔΕΣίτη

Ο Μήτσος Μπλέτσας άρχισε να πίνει ούζο στα δεκαέξι... Με το πρώτο γινόταν φέσι... Στα εικοστρία για να γίνει φέσι έπρεπε να πιεί όλη την ποτοποιϊα. Γερό ποτήρι. Στην αρχή έπινε κανά ουζάκι στις χάϊ καφετέριες του Αγρινίου, στην συνέχεια όμως επέλεγε κανά περιθωριακό καφενέ που το χε φτηνό το πιοτό, έφερνε και καμιά ελίτσα, πέρναγε η ώρα. Εκεί συζήταγε με τους γέροντες, συνήθως για τη νέα Διοίκηση του Παναιτωλικού, το μέλλον του Γαύρου και την ξεφτίλα των Παναθηναϊκών... Η κουβέντα έπεφτε συνήθως και στα μεσημεράδικα με το μόνιμο συμπέρασμα ότι οι πούστηδοι ελέγχουν όλα τα μέσα. "Γι'αυτό πάμε κατά διαόλου"...
Οι γερόντοι, συμφωνούσαν, ανεβοκατέβαζαν τα κεφάλια, σαν τα ψεύτικα εκείνα σκυλάκια που έχουν οι ταρίφες και χάϊδευαν τις χάντρες από τα κομπολόγια, σα να ταν ρώγες γυναικείες. Ο Μήτσος ήταν πολύ θυμόσοφος για την ηλικία του και οι γερόντοι έβλεπαν ότι θα πάει μπροστά...
Του λέει λοιπόν ένας απ'αυτούς: ώρε Μήτσο... εσύ πως και δεν μπήκες στο Δημόσιο;
Το Δημόσιο για τα χωριά του Βάλτου, του Ξηρομέρου και τα καπνοχώρια του Αγρινίου είναι ένας καθαγιασμένος προορισμός, κάτι σαν τον επίγειο παράδεισο, που δύσκολα κανείς μπορεί να αγγίξει. Γι'αυτό μάλιστα είχε πει παλιότερα ο Μήτσο Μπλέτσας ότι πιο εύκολα περνάει το κάμελ στο στόμα ενός καπνιστή μάλμπορο, παρά ένας καπνιάς στο δημόσιο.
"Ποιοι λοιπόν μπαίνουν στο Δημόσιο";
Ο Μήτσος ροκάνισε ένα τραγανό από το πολύ αλάτι αγγούρι, έγλυψε την οδοντογλυφίδα με το ξύδι και είπε την παρακάτω παραβολή:
Κάποτε στον Μαχαλά του Ξηρομέρου, έκαναν γιορτή οι Μαχαλιώτες. Ήταν έτος 1980 και είχαν φέρει σπέσιαλ δημοτική ορχήστρα από τα Κρεμμύδια της Μεσσηνίας Πύλου. Κόντευαν και εκλογές και ήταν τα νεύρα όλων τεταμένα, γιατί η ΝουΔου έπνεε τα λοίσθια και το ΠΑΣΟΚ του Αντρέα ανέβαινε να γίνει εξουσία.
Μια παρέα Μαχαλιώτες χάλεψαν από την ορχήστρα να τους παίξει το άσμα "Το λεν οι Πετροπέρδικες". Οι μουσικοί κοιτάχθηκαν μεταξύ τους, το κλαρίνο βράχηκε λίγο και άρχισε να κλαίει: "Το λεν οι πετροπερδικες, το λεει και τ' αηδόνι... Ωρε Γιωργο Παπαδοπουλε Για σενα μιλαει ο ντουνιας για σενα καμαρωνει. Βαστα τα κλειδια, βασταξε γερα. Παντου σε καμπους και βουνα ολοι μιλουν για σενα Ωρε Γιωργο Παπαδοπουλε"...



Η παρέα είχε στρώσει κανονικά χορό, άφηνε και χαρτούρα στο κλαρίνο, ο τραγουδιστής είχε πάθει παροξυσμό εθνικού δέους, τα γκαρσόνια έφερναν ρετσίνες Κουρτάκη...
Ξάφνου σηκώνεται ένας και λέει: Τι πράγματα είν'αυτά ρε παιδιά; Η Χούντα έπεσε... Σε λίγο θα βγει πρωθυπουργός ο Αντρέας.

Τι το θελε και το πε;
Όπως τον περιλαβαίνουν οι Μαχαλιώτες, του μέτρησαν τα παϊδια, του μασαν τα μτσούνια, του σπασαν όλη την κάτω οδοντοστοιχεία, τον άφησαν σε ένα ρέμα λίγο πιο κάτω απ'το πανηγύρι στα αίματα... Τον άφησαν κομμάτια: από δω μύτες, από κει αυτιά, γιόμισε δόντια ο κάμπος.
Ολωνών τσκόπκαν τα ήπατα, αλλά κανένας δεν τόλμαγε να πλησιάσει, με τον φόβο μη τσμάσει κι αυτός από τους μεθυσμένους Μαχαλιώτες.
Κατά τα ξημερώματα, πέρασε από κει ένας Αγρινιώτης να κατρήσει παρα δίπλα. - Βοήθεια αδελφέ, σκούζει ο βαρεμένος. Ο Αγρινιώτης τρόμαξε, του κόπηκε το κάτουρο, βλαστήμησε κι έφυγε.
Λίγο αργότερα πέρασε ένας άλλος Καρβασαριώτης. - Βοήθεια αδελφέ, σκούζει ο βαρεμένος.... Ο Καρβασαριώτης του λέει "σύντροφε, να σαι καλά, ωραία τα πες.... Εγώ είμαι γραμματέας στο Τ.Ο. 1 ΠΑΣΟΚ Αμφιλοχίας, αλλά δεν μπορώ να σε βοηθήσω, γιατί έχουν στήσει καρτέρι οι φασίστες και θέλω να πάω σπίτι ήσυχα". Τον άφησε εκεί τον άνθρωπο να μετράει ώρες.
Κάποια στιγμή περνάει από κει ένας γέροντας. Τον κοιτάει, τον σηκώνει και τον τραβάει παρακάτω... "Τι σαι εσύ παιδί μου, γιατί σε βάρεσαν"; - Με βάρεσαν επειδή δεν ήμουν με την Χούντα... -Και με ποιόν είσαι γιόκαμ' - Είμαι με τον Αντρέα...
- Σκατά στο στόμα σου, λέει ο γέρος. Εγώ ήμουν δεξιός, αντάρτης στον ΕΔΕΣ και τιμημένος από τον Παπαδόπουλο. Να σε θάψω στο χαντάκι έπρεπε, αλλά δεν μου πάει το χέρι...
Τον σήκωσε τον Πασόκο, τον έβαλε στην φρέζα απ'ένα γειτονικό τρακτέρ και του δωκε κι ένα πενηντάρικο να πάει σπίτι.


Ο Μήτσος Μπλέτσας σταμάτησε την διήγηση για να ρουφήξει λίγο ούζο. Στράφηκε προς τους γέροντες και τους ρώτησε: - Ποιός απ'όλους αυτούς αξίζει να μπει στο Δημόσιο;
Ο Αγρινιώτης, ο Καρβασαρίτης γραμματέας της ΤΟ1 ΠΑΣΟΚ ή ο γέρος ΕΔΕΣίτης;
Άλλος έλεγε για τον Αγρινιώτη, άλλος για τον ΠΑΣΟΚΟ... Κανείς για τον ΕΔΕΣίτη.
Κι όμως ο δαρμένος ήταν κολλητός του Ροκόφυλλου, και μόλις έγινε κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, την πρώτη που διόρισε ήταν η νύφη του γέρου εκείνου ΕΔΕΣίτη...

Και θαύμασαν όλοι την παραβολή του καλού ΕΔΕΣίτη, μέχρι που άρχισε το μεσημεράδικο και επανήρθαν στην κουβέντα για τους πούστηδους και πόσο χάλια πάει η χώρα...

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

Το πρώτο θαύμα του Μήτσου Μπλέτσα...

Ο Μήτσος Μπλέτσας απ'το Αγρίνιο είναι ο νέος Μεσσίας. Δεν το χε καταλάβει ότι είναι ο εκπρόσωπος του Θεού και η Δευτέρα Παρουσία στην γη. Η μάνα του δεν του είχε πει για την άμωμο σύλληψη, γιατί αφενός δεν ήξερε τι είναι άμωμος σύλληψις, αφετέρου γιατί νόμισε ότι έμεινε έγκυος από ένα ταμπόν, που χρησιμοποίησε μια φορά στα καπνοχώρια του κάμπου, όταν διαπίστωσε ότι τις τελείωσαν οι σερβιέτες. Όσο για τον Άγγελο εξ ουρανού, όταν της είπε "Κεχαριτωμένη" και τον είδε με τα φτερά και τα στρας τον πέρασε για τραβεστί λαθρομετανάστη και τον πέταξε έξω κακήν κακώς...
Τον Μήτσο τον "χρέωσαν" στον αλκοολικό φορτηγατζή Λάκη Μπλέτσα, ο οποίος μετά από το θανατηφόρο τροχαίο στο οποίο ενεπλάκη μετά από 129 ώρες ποτού, αυνανισμού και οδήγησης και ξεκλήρισε δυο οικογένειες γερμανών τουριστών, αποφάσισε να κρεμάσει το "τιμόνι". Εκτός του γεγονότος ότι του πήραν άδεια, δίπλωμα, ένα διαμέρισμα που είχε στο Μεσολόγγι και μια μερσεντέ που είχε αγοράσει από την Γερμανία, από το φορτηγό του είχε μείνει μόνο το τιμόνι.
Ο Λάκης Μπλέτσας από νωρίς είχε καταλάβει την θεϊκή υπόσταση του Μήτσου. Αυτός ήταν και ο λόγος που τον κράτησε: κατά βάθος νόμιζε ότι σ'αυτόν έμοιασε. Γι'αυτόν τον λόγο και αποφάσισε να του μάθει τα μεγάλα μυστικά της ζωής: πως να ξυρίζεται κόντρα, πως να κλάνει στον αναπτήρα, πως να ρεύετεαι για να ακούει την ηχώ, πως να παίζει με την γλώσσα για να προσελκύει τις γυναίκες και τέλος πως να κράζει τους πούστηδους και τους Παναθηναϊκούς. Ο Μήτσος Μπλέτσας αισθάνθηκε μεγάλη τιμή όταν ο πατέρας του, του έδωσε το πρώτο στριφτό τσιγάρο στην ηλικία των έντεκα ετών... Μόλις είχε κερδίσει το Αγρίνιο τον Ναυπακτιακό στην έδρα του και ο μικρός Μήτσος είχε δαγκώσει το αυτί του τερματοφύλακα της αντίθετης ομάδας.
Ας αφήσουμε όμως τα παιδικά χρόνια του Μήτσου Μπλέτσα και ας δούμε τα θαύματά του:

1. Το θαύμα στην συναυλία της Μελίνας Κανά.

Ο Μήτσος είχε πιάσει μια γκομενίτσα, την Σούλα από το Στανό Αιτωλοακαρνανία. Όλως περιέργως η Σούλα είχε άλλες αναζητήσεις από αυτές του Μήτσου. Ο Μήτσος είχε μόνιμα μια κασέτα στο αγροτικό του παππού του με Βυζαντινούς Ύμνους της δεκαετίας του '80 του αοιδού Μάκη Χριστοδουλόπουλου, η οποία κόλλαγε στο άσμα "Έγκλημα στη Νέα Κρήνη". Η Σούλα ήταν ψιλορομαντικούλα και γούσταρε ποιότητα, μέλια και κάτι με "να βάλω τα μεταξωτά"... Εν ολίγοις γούσταρε Θαλασσινό, Καλημέρη, και Μελίνα Κανά.
Έτσι όταν έμαθε ότι έναν Ιούλιο θα ρχόταν η Μελίνα Κανά στο καπνοχώρι των Φυτειών για να τραγουδήσει στο γήπεδο, στην εκδήλωση του εκπολιτιστικού συλλόγου "Γρίβαμ' σε θέλ' ο βασιλιάς", τον σταύρωσε τον Μήτσο να πάνε.
Ο Μήτσος εκείνες τις εποχές είχε στην τσέπη του είκοσι τέσσερα ευρώ, ένα προφυλακτικό για να το χρησιμοποιήσει στο μέλλον και το καπάκι από ένα μπικ. Προσπάθησε να εξηγήσει στην Σούλα ότι δεν μπορούσε να δώσει σαράντα ευρώ για είσοδο δύο ατόμων στην Κανά και ότι λίγο παρακάτω έπαιζε δημοτική ορχήστρα με τον Κάκο στο κλαρίνο... Η Σούλα πλάνταξε και ο Μήτσος απογοητεύτηκε. Ο Λάκης Μπλέτσας, το κατάλαβε... Θυμήθηκε ότι με τον πρόεδρο του Συλλόγου είχε παρτίδες, γιατί του είχε φέρει κάτι Βουλγάρες κρυμένες στο ψυγείο του φορτηγού του το 1995 και δούλεψαν για ένα διάστημα ως κονσοματρίζες στο μαγαζί του στον αγροτικό δρόμο προς Φυτείες. Πήγε και του ζήτησε χάρη, να περάσει τζάμπα ο Μήτσος με το Σουλάκι...
"Εγώ χάρες δεν κάνω Λάκη", του το ξέκοψε ο Πρόεδρος... "Με ξέρεις..." συνέχισε.
Ο Λάκης είχε όμως τα επιχειρήματα στην φαρέτρα του:
"Τι χάρες ρε; Ξεχνάς τις Βουλγάρες που σου φερα το '95 ε; Αυτές ήταν χάρες...Έφαγες ψωμί από μένα Γάκια"
Ο Γάκιας σκέφτηκε και απάντησε: "μέσα μπήκα μ'αυτές ρε Λάκη... Ήταν πολύ ψυχρές οι γκόμενες"
Ο Λάκης απάντησε αμέσως: "Πως να μην είναι ψυχρές ωρέ Γάκια; 26 ώρες τις είχα στο ψυγείο"...
Ο Γάκιας ήταν ανένδοτος. Από την εταιρία - νταβαντζή της εκδήλωσης δεν επιτρέπουν τσάμπα είσοδο. Όποιοι μπουν θα πλερώσουν...
ΑΛΛΑ... μπορεί ο Μήτσος να πιάσει δουλειά στην καντίνα του συλλόγου, που θα πουλάει σουβλάκια, μπύρες και ποτά. Και η Σουλίτσα θα ακούει την Κανά και ο Μήτσος θα βγάλει κανά μεροκαματάκι.
Καλά τα μαντάτα για τον Μήτσο. Τόσο καλά που αποφάσισε για να είναι και μέσα στο κλίμα και να φαίνεται λίγο κουλτουριάρης να μην πλυθεί δυο βδομάδες μέχρι την εκδήλωση και να κόψει το μακρύ νύχι του αριστερού μικρού δακτύλου του χεριού του, το οποίο άφηνε να μεγαλώνει από τα οκτώ του χρόνια, όταν ο Λάκης τους εξήγησε την πρακτική του σημασία για την καθαριότητα...
Την ημέρα της συναυλίας, άνοιξε την πόρτα του αγροτικού στην Σούλα, επιδεικνύοντας το αριστερό δακτυλάκι του περιμένοντας μια αναγνώριση. Η Σούλα δεν το κατάλαβε: είχε το απλανές βλέμμα της προσμονής της Μελίνας Κανά... Το κατάλαβαν όμως οι χοντρές ξαδελφές της, που τις φόρτωσε στην καρότσα για να συνοδέψουν την Σούλα μέχρι το γήπεδο. Αυτές θα άκουγαν την συναυλία απ'έξω, γι'αυτό και είχαν πάρει σε πλαστική σακούλα του ΑΒ Βασιλόπουλος λαχανόπιτα και κρύα πρατίνα... Άρχισαν να γελάνε και να λένε: Θαύμα, Θαύμα... Ο Μήτσος έγινε άνθρωπος!
Στην καντίνα δεν είχε πολλή κάβα. Ο καντινάρχης το πε: "ποιός θα ρθει μωρέ εδώ, όταν δίπλα έχει κλαρίνο ο Κάκος"; Όμως η πραγματικότητα τον διέψευσε... Μιλιούνια ο κόσμος, από Άρτα, Πρέβεζα, Ναύπακτο, Μεσολόγγι και Πάτρα για να δει την Μελίνα... Και όλο και περισσότερο κόσμος έσπευδε στην καντίνα να τσιμπήσει κανά σουβλάκι ή κανά ουϊσκάκι.

Έρρεε το χρήμα άφθονο και το ποτό τέλειωνε/
κάπου στο κέντρο του γηπέδου η Σουλίτσα έλιωνε...




Είκοσι λεπτά πριν να τελειώσει η συναυλία ο καντινάρχης σήκωσε όλα τα λεφτά και εξαφανίστηκε... Ήθελε να προλάβει στο πρακτορείο ΠΡΟΠΟ να παίξει στοίχημα και έμεινε στην καντίνα μόνος ο Μήτσος. Είχε μείνει μισό μπουκάλι Τζώνυ κόκκινο και δέκα βαρέλια παγάκια. Οι παραγγελίες ατέλειωτες... Ο Μήτσος προσευχήθηκε στον Μεγαλοδύναμο, ζητώντας να του βρει τρόπο να ικανοποιήσει την ατέρμονη (δεν το πε έτσι ακριβώς) δίψα των Μελινοκαναϊκών και επιπλέον να ισοπεδώσει τους Βάζελους.
Ξαφνικά του ρθε η ιδέα... Γέμιζε τα ποτήρια με παγάκια έριχνε μια σταγόνα με Τζώνυ και το γέμιζε νερό! Εκεί που περίμενε να τον πάρουν όλοι με τα δίκανα που χαν στ'αγροτικά, διαπίστωσε ότι τα πιναν με ευχαρίστηση. Είχε και 40 βαθμούς Κελσίου, 93/100 υγρασία, φαίνονταν τα παγάκια, λουκούμια στα ξεραμένα στόματα...

Και αυτό είναι το πρώτο θαύμα του Μήτσου Μπλέτσα... Έκανε το νερό ουϊσκυ!!!

Για το δεύτερο θαύμα θα σας δώσω μια προκαταβολή:

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Που σαι ρε Ζαμπούνη...

Όταν είναι Τετάρτη βράδυ και έχεις πιάσει καινούργια γκόμενα, δεν χρειάζεται να την βγάλεις έξω μαζί με τον δικηγόρο που σου έχει βγάλει το διαζύγιο. Πρώτον, επειδή δεν χρειάζεται να αποδείξεις τίποτε και σε κανέναν και δεύτερον, επειδή, ίσως ο δικηγόρος δεν γουστάρει και ιδιαίτερα να βγει μαζί σου. Επειδή, όμως τυχαίνει ο πελάτης να έχει πάντοτε δίκιο και ο δικηγόρος, κάποιος σαν εμένα, να μην έχει προσωπική ζωή αφενός, να μην έχει και κάποια δικαιολογία αντάξια του ότι "έχω προσωπική ζωή και θέλω να μ'αφήσεις ήσυχο", συνηγορούν στο να πηγαίνουν μια άκυρη (και άκαιρη βραδιά) όλ τουγκέδερ στα επαρχιακά μπουζούκια.
Εκεί τυχαίνει το εξής παράλογο: ένας εντελώς μεθυσμένος τύπος έρχεται στο τραπέζι μας και ζητάει από την καινούργια γκόμενα να χορέψει μαζί του, το τσιφτεντέλι που παίζει η ορχήστρα. Η καινούργια γκόμενα κοιτάει με απορία τον πελάτη, ο πελάτης κοιτάει με απορία τον δικηγόρο, ο δικηγόρος κοιτάει με απορία το ταβάνι...! Αφού ο μεθυσμένος κοντεύει κυριολεκτικά να πηδήσει την καινούργια γκόμενα επάνω στο τραπέζι με τα λελούδια που ο πελάτης χρύσωσε τις λελουλούδες να αφήσουν, ο πελάτης σκουντάει τον δικηγόρο και τον ρωτάει: "τι να κάνω τώρα, να τον αφήσω";
Για τον δικηγόρο είναι απλά τα πράγματα... Συνεκτιμά τις καταστάσεις ως εξής: α) Ο τύπος έχει κάτι δικέφαλους σαν το μπούτι του δικηγόρου β) δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να συντάξει εξώδικο δήλωση διαμαρτυρίας γ) κοιτάει την παρέα του ενοχλητικού, διαπιστώνοντας ότι όλοι είναι απόφοιτοι περιθωριακού Γυμναστηρίου, σαν αυτά που έχουν αφίσες τον Σβαρτζενέγκερ δ) κοιτάει τον πελάτη που είναι ρέκλα, υποψιαζόμενος ότι δεν θα τα βάλει με όλους αυτούς σε περίπτωση άρνησης και ε) αφού δεν συνοδεύει αυτός την καινούργια γκόμενα του πελάτη, δεν είναι δικό του πρόβλημα και... συνηγορεί να χορέψει το έρμο τσιφτεντέλι.
Ο πελάτης συμφωνεί με χαρά...
Παρένθεση πρώτη: Ο πελάτης δεν έπρεπε να συμφωνήσει. Ή έπρεπε να αφήσει την καινούργια γκόμενα να χορέψει και να σκωθεί επί τόπου να φύγει ή έπρεπε να διώξει τον μαντράχαλο που πήγε και ξύστηκε στις καρέκλες του δικού του ζωτικού χώρου. Με όποια θυσία, συμπεριλαμβανομένης να του μάσει τα τσαούλια ο νταβραντισμένος μεθυσμένος, αυτουνού και του δικηγόρου και της νέας γκόμενας.
Παρένθεση δεύτερη: Ο δικηγόρος πρέπει να μεμφθεί για απιστία; Όχι... Ο πελάτης πρέπει να μεμφθεί για έλλειψη στοιχειώδους savoir vivre...
Συνέχεια... Ο δικηγόρος αντιλαμβάνεται ότι την καινούργια γκόμενα σε λίγο θα την πασπατεύει το μισό μαγαζί, αλλά δεν έχει όρεξη να δίνει τσάμπα νομικές συμβουλές. Ζητάει τον λογαριασμό και είναι έτοιμος να φύγει. Την ίδια άποψη έχει και το νέο ζευγάρι ( ο μεγαλοδύναμος να το κάνει). Ο Δικηγόρος φεύγει πρώτος, ο πελάτης φεύγει δεύτερος, η νέα γκόμενα φεύγει τρίτη, στην δε πόρτα την προφταίνει ο μποντιμπυλντάς μεθυσμένος και την μπαλαμουτιάζει...
Ο Δικηγόρος και ο πελάτης περιμένουν απέξω στο κρύο...
Τι λέει ο ποινικός κώδικας; Τίποτε... Όταν όμως ο Ζαμπούνης κάθεται και γράφει ότι πάντοτε προηγούνται οι κυρίες, και πάντοτε τους ανοίγουμε τις πόρτες και περιμένουμε να περάσουν μπροστά, τι άραγε ήθελε να πει; Πρακτικά θέματα: οι γκόμενες περνάνε μπροστά για να τις ελέγχουμε και να μην τις πιάνουν τον κώλο οι ξένοι!!! Δεν υπάρχει άλλος λόγος... Σοφά εποιήθη το savoir vivre!!!
Άρα ποιος φταίει που η μαντάμ εμπαλαμουτιάσθη στην έξοδο του κέντρου; Η μπαλαμουτιασθείσα ή ο μπαλαμούτης; Ουδείς άλλος από τον συνοδό που δεν ακολούθησε το σαβουάρ βίβγ (εεεεε; είδατε το γγγ), γιατί αν έπαιρνε τα μέτρα του, κανέναν δεν θα σούραγε...



Στο βάθος επικρατεί η γλυκειά θλίψη του δικηγόρου, ο οποίος μονολογεί: δεν θα προλάβω να βγάλω κι αυτό το διαζύγιο...

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Επί του καναπέους...

Οι τελευταίες εξελίξεις στην υπόθεση του δικηγορικού επαγγέλματος, το οποίο κάνω και ζω από αυτό με ανάγκασαν να σηκωθώ από τον καναπέ... Αυτό δεν είναι κάτι το δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στο σπίτι τουλάχιστον δεν έχω καναπέ, στο δε γραφείο σπανίως τον χρησιμοποιώ, τον έχω δε εκχωρήσει για να περιμένει κάποιος αγχωμένος πελάτης! Με τον Δικηγορικό Σύλλογο Άρτας, πήραμε το λεωφορείο και κατεβήκαμε στις Βουλές και τα Υπουργεία, φτιάξαμε πανώ, πήραμε και σφυρίχτες και σιουρήξαμε κατά των νέων μέτρων και των αλλαγών...
Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θυμήθηκα τα νειάτα μου και τις φοιτητικές πορείες στο Πανεπιστήμιο για να μην περάσουν τα μέτρα Αρσένη ή για τα δικαιώματα των ναυτεργατών...
Τελικά, κάτι είπαμε ότι κερδίσαμε, πήγε λίγο πίσω η κυβέρνηση, εγώ όμως πιστεύω ότι πάνω απ'όλα διασώσαμε την αξιοπρέπειά μας ως πολίτες, γιατί αν δεν κατεβαίναμε να φωνάξουμε, να σφυρίξουμε και να διαμαρτυρηθούμε, θα έπρεπε να φουντώσει ο Άραχθος και να μας βγάλει στον πάτο του Αμβρακικού να μας ρουφήξουν οι σουπιές!

Η διεργασία του συνδικαλισμού, με ενθουσίασε και μιας και είμαι και υποψήφιος ως μέλος του ΔΣ Άρτας είπα να φτιάξω ένα μικρό φυλλάδιο με τις απόψεις μου... Αποφάσισα να ακολουθήσω το φοιτητικό μοντέλο, του φανζίν, της χειροποίητης μπροσούρας, να δείξω ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι έκφρασης και δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο σοβαροφανείς σε μια προσπάθεια ενός συλλόγου, μόλις 125 νοματαίων....













Πιστεύω ότι μπορούμε να έχουμε πλέον άλλους τρόπους έκφρασης στον συνδικαλισμό, μπορούμε να έχουμε απόψεις και να τις εκφράζουμε πρωτότυπα και δυναμικά... Για να δούμε, εκτός από τον κώλο μας, θα σηκώσουμε και τα μυαλά μας από τον καναπέ;

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Αλήτης των εκδηλώσεων...

Σκέφτομαι καμία φορά ότι σαν φοιτητής δεν άφηνα συναυλία και εκδήλωση που να μην πάω. Ξεκινούσα από τα μεγάλα φεστιβάλ μέχρι την πιο άσημη παρουσίαση συλλογής ποιημάτων. Πάντα με δυο χιλιάρικα το πολύ στην τσέπη και καλή διάθεση. Θυμάμαι από την συναυλία του Πορτοκάλογλου στην Δουκίσσης Πλακεντίας, όπου είχαμε πάει σε έναν λόφο και την παρακολουθήσαμε, οπότε και στην μουλαρία εκείνη που είχε στρωθεί στους θάμνους και τα πουρνάρια για να δει μια κουκίδα με ένα κόκκινο μαντήλι στο λαιμό μας αφιέρωσε την μισή παρουσίαση. Αν ήμουν στους μέσα με το εισιτήριο θα ντρεπόμουν... Επίσης οι εκδηλώσεις της ΚΝΕ στην Πανεπιστημιούπολη των Ιλισσίων ήταν εκείνες που θύμιζαν πραγματικά μουσικό πανηγύρι. Και βέβαια εν αναμονή του Νταλάρα, ο οποίος είχε τραγουδήσει στην εκδήλωση που ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Μάνου Λοϊζου. Μετά χιπ χοπ... στο πρώτο ΓΟΥΔστοκ στο ηρωϊκό Γουδί, στο πρώην στρατόπεδο των τεθωρακισμένων, όπου πέρασαν τα όλα τα πρώτα συγκροτήματα της εποχής. Το φεστιβαλ κινηματογράφου της Ελευθεροτυπίας όπου ολόκληρα 24ωρα τα περνούσα σε μια αίθουσα, βλέποντας ταινίες από όλο τον κόσμο. Το φεστιβάλ της Βαβέλ είναι εκείνο όμως που μου έμεινε: το τελευταίο που παρακολούθησα ήταν το 2005 και είχα πάει με κοστούμι και καθαρό σιδερωμένο πουκαμισάκι. Ήμουν ακριβώς η μύγα μές στο γάλα...
Σήμερα μου λείπουν αυτά... Δεν είμαι και στην Αθήνα αφενός. Αφετέρου έχει σβήσει εκείνη η φλόγα: η φλόγα που ανάβει όταν κάθεσαι σε ένα παγκάκι και δεν έχεις ΑΠΟΛΥΤΩΣ τίποτε να κάνεις και να βλέπεις από μακρυά μια μικρή αφίσα που να λέει ότι η θεατρική λέσχη του πολιτιστικού συλλόγου της ενορίας του Αγίου Παντελεήμωνα ανεβάζει ένα θεατρικό και να σηκώνεσαι και να πηγαίνεις.
Έχασα το μότζο μου; Ίσως... Όχι ίσως, σίγουρα! Κατά καιρούς το έχω δικαιολογήσει με διάφορες μπούρδες. Να από την μια δεν μπορώ άλλο να σπαταλάω τον χρόνο μου με σκουπίδια, από την άλλη δεν έχω την όρεξη να κάνω τόσο μεγάλες διαδρομές για αμφιβόλου περιεχομένου εκδηλώσεις, ίσως και να μην ταιριάζω πια εγώ σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες.
Όσο θυμάμαι τότε που είχα πάει σε παρουσίαση βιβλίου και χαζογέλαγα με τον συγγραφέα και τις παπαριές που έλεγα με αποτέλεσμα να βάλει σχεδόν τα κλάμματα, είναι μια σκληρή ανάμνηση. Σήμερα δεν θα το έκανα με τίποτε... Τότε νόμιζα όμως ότι όλες εκείνες εκδηλώσεις είναι τμήμα του δικού μου εαυτού και όχι εγώ μέρος αυτών. Καλώς ή κακώς δεν είμαι πια το κέντρο του κόσμου.
Έρχονται όμως και οι στιγμές εκείνες που η ατέλειωτη επανάληψη της ίδιας καθημερινότητας σε κουράζει: γραφείο, σπίτι, γραφείο ποτό, ίδια συζήτηση, σπίτι...
Έχω βαρεθεί να κοιτάζω τα γκομενάκια, να λέω τις ίδιες ατάκες, να πίνω τα ίδια ποτά (μου τα φέρνουν πια χωρίς να τα παραγγέλνω... ξέρουν)! Θέλω να τους ρίξω μια κλωτσιά και να πω: τέλος! Θα ξαναρχίσω την αλητεία των εκδηλώσεων...
Θα βάλω τα μποτάκια μου, το τζην και την φθαρμένη καπαρτίνα μου, θα ξαναφήσω τα μαλλιά μακρυά, και θα πάρω σβάρα όλα τα πολιτιστικά δρώμενα... Θα ζω απ'αυτά, θα αναπνέω μέσα στην ασύστολη πολλές φορές μπουρδολογία των νεόκοπων δημιουργών. Θα χειροκροτώ τις μετριότητες και θα αγνοώ τους επιτυχημένους, που θέλουν τόσο πολύ να τους λατρεύουμε. Θα χαμογελάω στα 18χρονα, γιατί θα μου θυμίζουν ότι έτσι ήμουν κι εγώ. Και βέβαια θα προσκυνάω στον μεγάλο άγνωστο θεό που είχα βαπτιστεί στην χάρη Του, αλλά μόλις σήμερα, σαν ετοιμοθάνατος γέροντας αναγνωρίζω την μεγαλειότητα της ύπαρξής του: Στον Ελεύθερο Χρόνο και στην Αγία Τριάδα του να ζεις χωρίς να κάνεις τίποτε, να παρακολουθείς και να εμπνέεσαι και πάνω απ'όλα να εμπνέεις.
Σήμερα τα φθαρμένα μποτάκια είναι κλειδωμένα σε κάποια κρυφή ντουλάπα. Το μόνο κοινό που έχω με την φοιτητική εκείνη μακρινή ζωή, δεν είναι τίποτε άλλο από τις μπύρες στο ψυγείο και το τηλέφωνο απ'τα ντελίβερι... Αλλά πάντως εκείνες τις στιγμές που η μέρα τελειώνει και κλείνω τον υπολογιστή στο γραφείο, κάνοντας έναν ακούσιο απολογισμό της ημέρας (και της ζωής μου ολόκληρης) πτερουγίζει εκείνη η ψυχανεμική σπίθα, του να πεταχτώ επάνω και να ξαναβγώ στους δρόμους...

Εδώ θα μαστε...

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

Fucking Hangover...

Tι με κοιτάς;
είναι ώρα που με κοιτάει, το νιώθω, αλλά αυτό το γαμημένο μεθύσι δεν με αφήνει να σηκωθώ να της τραβήξω μια μπουνιά.
Στην πραγματικότητα το χέρι μου έχει μουδιάσει και από το στόμα μου έχουν αρχίσει να τρέχουν σάλια. Δεν μ'απασχολεί.
Αυτή η ντουλάπα πρέπει να πάρει ένα μάθημα. Έχει αυθαδιάσει το τελευταίο διάστημα, άσε που πάντα όταν γυρίζω σπίτι μεθυσμένος μου πετάει τα ρούχα στο πάτωμα.
Και τι έγινε που είμαι μεθυσμένος. Δεν είναι συμπεριφορά αυτή... Ακόμη και μια ντουλάπα πρέπει να ξέρει να φέρεται.
Μου κρατάει μούτρα και καλά... Μια φορά την είχα ξεράσει. Πως το κανα δεν το κατάλαβα... Απλώς σηκώθηκα το βράδυ και έσκασα με τα μούτρα στην πόρτα. Την είχα κλειδώσει, άγνωστο για ποιον λόγο και κάπου έκρυψα το κλειδί
Ίσως να φοβόμουν μην με κλέψουν. Ή ακόμη χειρότερα μην με σκοτώσουν. Ή ακόμη χειρότερα μην με βιάσουν. Η μύτη μ'άνοιξε κι έτρεχε τσαμπούνα το αίμα.
Έπρεπε να ξεράσω και ήμουν στα αίματα. Τι φρικαλέος συνδυασμός. Έσπευσα στην ντουλάπα. Δεν ξέρω γιατί το έκανα... Είχα ανοίξει τα πόδια και έγυρα το κεφάλι και έβλεπα το αίμα να σκάει μπροστά στα ξερατά
.
Ήταν ένα έργο τέχνης. Τότε ήταν που με ζήλεψε... Ήξερε ότι ποτέ δεν πρόκειται να με φτάσει. Μου το είπε και το καλοριφέρ: μεγάλε ζωγράφισες πάλι.
Και πάλι, αυτή τι παρεξηγήθηκε; Είναι μια άδεια ντουλάπα. όλα μου τα ρούχα είναι στο πάτωμα και κάτω απ'το κρεββάτι. Θα σηκωθώ και θα της τραβήξω μια μπούφλα...
...
...
...
Σταμάτησα να σκέφτομαι. Τώρα συνειδητοποιώ ότι στο ταβάνι που γυρίζει συνέχεια είναι η λάμπα ανοιχτή. Φου... Φου... Σβήσε καταραμένη... Φου...
...
...
...
Πήγε 5,15... φου, φου, φου...
Γαμημένη ντουλάπα. Φέρε μου μωρή ένα ποτήρι νερό. Φου... φου... φου... σβήσε εσύ!!! Νερόοοοο... Το καλοριφέρ με ρωτάει: πόσα ήπιες; -Πόσα ήπια; Τον Βόσπορο. Μου φέρνεις λίγο νερό;
Η Ντουλάπα γελάει. Σε δυο ώρες έχεις δουλειά. Μαλάκα είναι Τετάρτη σήμερα.
...
Ένα νερό.
Η λάμπα δεν σβήνει! Κοιτάει έξω... Δεν έχει σημασία να σβήσω! Ξημέρωσε... Νευριάζω: θέλω να σβήσεις γιατί εγώ σε πληρώνω εδώ μέσα. Κι εσένα και το καλοριφέρ και την γαμημένη την ντουλάπα.
Εμένα τι με μπλέκεις, λέει το καλοριφέρ. Σιγά τον κουβαρντά λέει η ντουλάπα. Καλύτερα να σου κάνουν έξωση να ρθει κανάς άνθρωπος.
Γαμιέστε όλοι... Γαμιέστε...
Σε λίγο θα τον πονάει το κεφάλι. Λέει η ντουλάπα στο καλοριφέρ. Ναι... απαντάει το καλοριφέρ. Έχει πάθει αφυδάτωση.
Τα σάλια έκαναν λιμνούλα στο πρόσωπό μου. Πιπιλάω το σεντόνι... Νερόοοο, Νερόοο... Το κρεββάτι κοιτάει το ρολόϊ: μόλις 5:17... δύσκολη μέρα η σημερινή.
Το ρολόϊ κουνάει καταφατικά. Σε μια ώρα πρέπει να τον ξυπνήσω! Α, όχι, αναστέναξαν με μια φωνή, το κρεββάτι, η ντουλάπα και το φως.
Εν τω μεταξύ εγώ έβλεπα ένα περίεργο όνειρο. Ότι ήμουν σε έναν ονειρικό κόσμο που δεν μιλούσαν οι ντουλάπες, τα κρεββάτια και τα φώτα. Όπου μόνο οι άνθρωποι μιλούσαν... Ούτε καν τα ζώα, τα πουλιά και τα λουλούδια.
Η ντουλάπα μου φώναξε: "βλέπεις όνειρο, δεν υπάρχει τέτοιος κόσμος".
Μα αυτό ήταν άνω ποταμών. "Όλα τα επιτρέπω, αλλά να μου επεμβαίνεις στα όνειρα. Αυτό δεν το επιτρέπω"είπα δυνατά από μέσα μου. Κάποιες κρεμάστρες κουνήθηκαν απ'τα γέλια.
Σηκώθηκα...
Είναι αλήθεια...
Ξανάπεσα. Τα χέρια μου είχαν μουδιάσει και δεν με κράταγαν.
Αλήθεια πως έφτασα ως εδώ;
Θα τα πάρω ανάποδα: πέφτω στο κρεββάτι μπρούμητα, προσπαθώ να βγάλω τα παπούτσια μου χωρίς να το καταφέρω, χτυπάω στην πόρτα παραπατώντας, ανοίγω την εξώπορτα με την πρώτη (αυτό το καταφέρνω μόνο όταν είμαι ντήρλα) χτυπάω τον προφυλακτήρα του πίσω αυτοκινήτου, χτυπάω τον προφυλακτήρα του μπροστά αυτοκινήτου, πάω να παρκάρω, περνάω με κόκκινο, βάζω τέρμα τη μουσική, μπαίνω στο αμάξι, μου λένε που πας άσε θα σε πάμε εμείς, τους λέω άγαμηθείτε μαλάκες, διακόσια εβδομήντα ευρώ λογαριασμός, σφηνάκια, σφηνάκια, με διαολοστέλνει, την πέφτω σε μια γκομενίτσα με κόκκινο φουλάρι, έκτο ποτό, συζήτηση για τις χήρες, πέμπτο ποτό, συζήτηση για τα διαζύγια, τέταρτο ποτό, συζήτηση για τους μετανάστες, τρίτο ποτό συζήτηση ότι θα πιούμε άλλο ένα και φεύγουμε, δεύτερο ποτό, συζήτηση για τους μετανάστες, πρώτο ποτό, τι ωραία μουνάκια έχει σήμερα, θα βγούμε μόνο για ένα ποτό ε;
Ξανασηκώθηκα. Κοίταξα την ντουλάπα. ΈΒγαλα τα παπούτσια μου...
Πήγα στην τουαλέτα, άνοιξα το ντούς και ήπια νερό. Έγινα μούσκεμα στην φανέλα μου. Γυρνάω στο κρεββάτι και πέφτω ξερός.Κοιτάω το ρολόϊ και του λέω: κοίτα μόνο να βάρεσεις, α στα μάσω τα τσαούλια!
Η ντουλάπα κοιτάει λοξά, μια κρεμάστρα κάνει πως κουνιέται.
Έρχεται πρωί και το ξέρουν! Όταν ξημερώνει παύουν να μιλάνε... Κοιμούνται κι αυτές. Τουλάχιστον κάποιος θα κοιμηθεί σ'αυτό το κωλόσπιτο.

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Ο Σάπων...


Αποφάσισα λοιπόν κι εγώ να κάνω σαπούνια... Με ενθουσίασε η σκέψη όταν πριν από δυο χρόνια που είχαμε πάει στην Αναβρυτή σε έναν ξενώνα, μας είπε κάποιος ότι αυτή είναι η απασχόλησή του. Φτιάχνει βιολογικά σαπούνια...
Βέβαια, ως γνωστό στον ευρύτερο κύκλο μου και περισσότερο γνωστό σε εμένα, προσωπικά η χρήση του σαπουνιού μου είναι σχεδόν άγνωστη, εξαιτίας φαντάζομαι των βασιλικών μου καταγωγών από τους Λουδουβίκους της Γαλλίας, που προτιμούσαν να αποκεφαλίζουν τους σαπωνοποιούς από το να ερεθιστεί το δέρμα τους με λίγη καθαριότητα. Εγώ όμως προσωπικά δεν έχω, και θα προσπαθήσω να αποκαταστήσω την μέχρι σήμερα ψυχρή σχέση.
Διάβασα ότι καλό είναι για τα σπιτικά σαπούνια να χρησιμοποιούμε το λάδι που απομένει από το τηγάνισμα (ή του αυτοκινήτου). Δεν έχει σημασία αν είναι καθαρό ή όχι, αλλά σημασία έχει το λίπος που περιέχει... Εγώ βέβαια, επειδή ενθουσιάστηκα, έκλεψα και χρησιμοποίησα το λάδι που είχα για το μαγείρεμα. Δεν πειράζει... Ένα παλιοαραβοσιτέλαιο ήταν (ξεχνάμε για τρεις μέρες τα αυγά και τις πατάτες).
Πήρα την μοναδική μου κατσαρόλα και άρχισα να ζεσταίνω το νερό... Μέχρι το σημείο αυτό ήμουν πολύ ικανοποιημένος που ακολουθούσα τις οδηγίες του "φτιάξτο μόνος σου". Μετά είπα να μπω λίγο στο FACEBOOK, είδα και κάτι βιντεάκια, έβρασε το νερό... Κοιτάω τις οδηγίες και τι να δω: δεν πρέπει να είναι σε κατάσταση βρασμού το νερό για να ρίξω την καυστική σόδα γιατί είναι επικίνδυνο. Έπρεπε να περιμένω να κρυώσει... Σβήνω την φωτιά, παραγγέλνω δυο πιτόγυρα πίνω και μια κόκα, κοιμάμαι κανά δίωρο (μεσημέρι Σαββάτου) και ξυπνάω να κάνω σαπούνι.
Το νερό παταγούδ' ... Το βάζω να βράσει πάλι, πετάγομαι μέχρι την τουαλέτα, τόπος ιερής μνήμης για τα πιτόγυρα και εκεί στον Άγιο Τόπο της περισυλλογής ήρθαν οι Ερινύες να με συμβουλέψουν... "Μωρέ ρουφιάνες, και στο χέσιμο θα μ'τα πρήξετε"; "Που θα πάει η ζωή σου, ούτε ένα σαπούνι δεν μπορείς να βάλεις κώλο να φτιάξεις"; Ήταν θλιβερό... Εκβίασα την σωματική μου ανάγκη και σηκώθηκα κυριολεκτικά με το σκατό να πάω να ψήσω σάπωνες.
Το νερό είχε ζεσταθεί και έριξα την καυστική... Πήρα και την κουτάλα και ανακάτευα... ανακάτευα... ανακάτευα... ανακάτευα...
Μετά πήρα το λάδι (και ανακάτευα... ανακάτευα... ανακάτευα... ανακάτευα...)!!! Ήταν μια ιστορία, σα να μαγειρεύεις φασουλάδα ένα πράγμα και μου δημιούργησε σωματικές μνήμες. (Όχι τίποτε περίεργο, είχαμε πάει μια φορά στο Βαθύπεδο, και είχε τόσες στροφές ο δρόμος, που αλλάζε ο οδηγός συνέχεια τις ταχύτητες: πρώτη, δεύτερη, τρίτη, πρώτη, δεύτερη, τρίτη κ.λ.π. και λέει... ωρέ, σανανακατεύω φασλάδα είναι). Τέσπα έγινε ένας χυλός... Ωραίο πράγμα όμως, όχι αστεία (σαν σκατά για την ακρίβεια, καφετί). Βγάζω την κατσαρόλα, κοιτάω το φτιάξτο μόνος σου. Εδώ είναι τα πραγματικά σκατά όμως! ΔΕΝ ΕΧΩ ΚΑΛΟΥΠΙΑ...
Πάντα το ξερα ότι διαβάζω επιπόλαια... Το αντιμετωπίζω καθημερινά, αλλά εδώ το διαπίστωσα με το μεγαλείο του. Μα είναι δυνατόν να μην έχω καλούπια;;;
Τελικά ο Μαγκάϊβερ βρήκα... τα βαλα στις αλουμινένιες συσκευασίες που μου περίσσεψαν από τα πιττόγυρα. Είδατε τι πρακτικό είναι να είσαι ΒΡΩΜΙΑΡΗΣ και να έχεις μαζεμένα σκουπίδια δυο εβδομάδων, επειδή βαριέσαι να τα πετάξεις;;; Κύκλος είναι η ζωή, απ'την βρώμα θα γεννηθούν τα σαπώνια...
Τα έβγαλα έξω στην αυλή να μου κρυώσουν και όταν στερεοποιηθούν θα τα μοιράσω στις βρώμικες ψυχές που θα τα ζητήσουν.
Ήδη όμως αισθάνομαι σαν κάτι το ανώτερο είναι η αλήθεια: Σαν εκείνους τους δισεκατομμυριούχους που καταπιάνονται με μικροεργασίες χειρονακτικές, φτιάχνουν πράγματα που εύκολα μπορούν να αγοράσουν. Είμαι ένας μπον βιβέρ πνευματικός άνθρωπος. Ανήκω στην κατηγορία του Σάπωνα (όπως Ιάπωνα όχι όμως και Λάπωνα, μην το χέσουμε όμως), άν όμως η μοίρα μου φερθεί άπονα (όπα! ρίμα ακούω), δεν θα με πιάσουν τα παράπονα (όπα! όπα!) θα κλέψω σαπούνια από την αδελφή μου (τι περιμένατε;) και θα τα μοιράσω ως δικής μου βιολογικής παραγωγής. Άλλωστε L'oreal είναι το άλλο μου όνομα.