Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Η παραβολή του καλού ΕΔΕΣίτη

Ο Μήτσος Μπλέτσας άρχισε να πίνει ούζο στα δεκαέξι... Με το πρώτο γινόταν φέσι... Στα εικοστρία για να γίνει φέσι έπρεπε να πιεί όλη την ποτοποιϊα. Γερό ποτήρι. Στην αρχή έπινε κανά ουζάκι στις χάϊ καφετέριες του Αγρινίου, στην συνέχεια όμως επέλεγε κανά περιθωριακό καφενέ που το χε φτηνό το πιοτό, έφερνε και καμιά ελίτσα, πέρναγε η ώρα. Εκεί συζήταγε με τους γέροντες, συνήθως για τη νέα Διοίκηση του Παναιτωλικού, το μέλλον του Γαύρου και την ξεφτίλα των Παναθηναϊκών... Η κουβέντα έπεφτε συνήθως και στα μεσημεράδικα με το μόνιμο συμπέρασμα ότι οι πούστηδοι ελέγχουν όλα τα μέσα. "Γι'αυτό πάμε κατά διαόλου"...
Οι γερόντοι, συμφωνούσαν, ανεβοκατέβαζαν τα κεφάλια, σαν τα ψεύτικα εκείνα σκυλάκια που έχουν οι ταρίφες και χάϊδευαν τις χάντρες από τα κομπολόγια, σα να ταν ρώγες γυναικείες. Ο Μήτσος ήταν πολύ θυμόσοφος για την ηλικία του και οι γερόντοι έβλεπαν ότι θα πάει μπροστά...
Του λέει λοιπόν ένας απ'αυτούς: ώρε Μήτσο... εσύ πως και δεν μπήκες στο Δημόσιο;
Το Δημόσιο για τα χωριά του Βάλτου, του Ξηρομέρου και τα καπνοχώρια του Αγρινίου είναι ένας καθαγιασμένος προορισμός, κάτι σαν τον επίγειο παράδεισο, που δύσκολα κανείς μπορεί να αγγίξει. Γι'αυτό μάλιστα είχε πει παλιότερα ο Μήτσο Μπλέτσας ότι πιο εύκολα περνάει το κάμελ στο στόμα ενός καπνιστή μάλμπορο, παρά ένας καπνιάς στο δημόσιο.
"Ποιοι λοιπόν μπαίνουν στο Δημόσιο";
Ο Μήτσος ροκάνισε ένα τραγανό από το πολύ αλάτι αγγούρι, έγλυψε την οδοντογλυφίδα με το ξύδι και είπε την παρακάτω παραβολή:
Κάποτε στον Μαχαλά του Ξηρομέρου, έκαναν γιορτή οι Μαχαλιώτες. Ήταν έτος 1980 και είχαν φέρει σπέσιαλ δημοτική ορχήστρα από τα Κρεμμύδια της Μεσσηνίας Πύλου. Κόντευαν και εκλογές και ήταν τα νεύρα όλων τεταμένα, γιατί η ΝουΔου έπνεε τα λοίσθια και το ΠΑΣΟΚ του Αντρέα ανέβαινε να γίνει εξουσία.
Μια παρέα Μαχαλιώτες χάλεψαν από την ορχήστρα να τους παίξει το άσμα "Το λεν οι Πετροπέρδικες". Οι μουσικοί κοιτάχθηκαν μεταξύ τους, το κλαρίνο βράχηκε λίγο και άρχισε να κλαίει: "Το λεν οι πετροπερδικες, το λεει και τ' αηδόνι... Ωρε Γιωργο Παπαδοπουλε Για σενα μιλαει ο ντουνιας για σενα καμαρωνει. Βαστα τα κλειδια, βασταξε γερα. Παντου σε καμπους και βουνα ολοι μιλουν για σενα Ωρε Γιωργο Παπαδοπουλε"...



Η παρέα είχε στρώσει κανονικά χορό, άφηνε και χαρτούρα στο κλαρίνο, ο τραγουδιστής είχε πάθει παροξυσμό εθνικού δέους, τα γκαρσόνια έφερναν ρετσίνες Κουρτάκη...
Ξάφνου σηκώνεται ένας και λέει: Τι πράγματα είν'αυτά ρε παιδιά; Η Χούντα έπεσε... Σε λίγο θα βγει πρωθυπουργός ο Αντρέας.

Τι το θελε και το πε;
Όπως τον περιλαβαίνουν οι Μαχαλιώτες, του μέτρησαν τα παϊδια, του μασαν τα μτσούνια, του σπασαν όλη την κάτω οδοντοστοιχεία, τον άφησαν σε ένα ρέμα λίγο πιο κάτω απ'το πανηγύρι στα αίματα... Τον άφησαν κομμάτια: από δω μύτες, από κει αυτιά, γιόμισε δόντια ο κάμπος.
Ολωνών τσκόπκαν τα ήπατα, αλλά κανένας δεν τόλμαγε να πλησιάσει, με τον φόβο μη τσμάσει κι αυτός από τους μεθυσμένους Μαχαλιώτες.
Κατά τα ξημερώματα, πέρασε από κει ένας Αγρινιώτης να κατρήσει παρα δίπλα. - Βοήθεια αδελφέ, σκούζει ο βαρεμένος. Ο Αγρινιώτης τρόμαξε, του κόπηκε το κάτουρο, βλαστήμησε κι έφυγε.
Λίγο αργότερα πέρασε ένας άλλος Καρβασαριώτης. - Βοήθεια αδελφέ, σκούζει ο βαρεμένος.... Ο Καρβασαριώτης του λέει "σύντροφε, να σαι καλά, ωραία τα πες.... Εγώ είμαι γραμματέας στο Τ.Ο. 1 ΠΑΣΟΚ Αμφιλοχίας, αλλά δεν μπορώ να σε βοηθήσω, γιατί έχουν στήσει καρτέρι οι φασίστες και θέλω να πάω σπίτι ήσυχα". Τον άφησε εκεί τον άνθρωπο να μετράει ώρες.
Κάποια στιγμή περνάει από κει ένας γέροντας. Τον κοιτάει, τον σηκώνει και τον τραβάει παρακάτω... "Τι σαι εσύ παιδί μου, γιατί σε βάρεσαν"; - Με βάρεσαν επειδή δεν ήμουν με την Χούντα... -Και με ποιόν είσαι γιόκαμ' - Είμαι με τον Αντρέα...
- Σκατά στο στόμα σου, λέει ο γέρος. Εγώ ήμουν δεξιός, αντάρτης στον ΕΔΕΣ και τιμημένος από τον Παπαδόπουλο. Να σε θάψω στο χαντάκι έπρεπε, αλλά δεν μου πάει το χέρι...
Τον σήκωσε τον Πασόκο, τον έβαλε στην φρέζα απ'ένα γειτονικό τρακτέρ και του δωκε κι ένα πενηντάρικο να πάει σπίτι.


Ο Μήτσος Μπλέτσας σταμάτησε την διήγηση για να ρουφήξει λίγο ούζο. Στράφηκε προς τους γέροντες και τους ρώτησε: - Ποιός απ'όλους αυτούς αξίζει να μπει στο Δημόσιο;
Ο Αγρινιώτης, ο Καρβασαρίτης γραμματέας της ΤΟ1 ΠΑΣΟΚ ή ο γέρος ΕΔΕΣίτης;
Άλλος έλεγε για τον Αγρινιώτη, άλλος για τον ΠΑΣΟΚΟ... Κανείς για τον ΕΔΕΣίτη.
Κι όμως ο δαρμένος ήταν κολλητός του Ροκόφυλλου, και μόλις έγινε κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, την πρώτη που διόρισε ήταν η νύφη του γέρου εκείνου ΕΔΕΣίτη...

Και θαύμασαν όλοι την παραβολή του καλού ΕΔΕΣίτη, μέχρι που άρχισε το μεσημεράδικο και επανήρθαν στην κουβέντα για τους πούστηδους και πόσο χάλια πάει η χώρα...

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

Το πρώτο θαύμα του Μήτσου Μπλέτσα...

Ο Μήτσος Μπλέτσας απ'το Αγρίνιο είναι ο νέος Μεσσίας. Δεν το χε καταλάβει ότι είναι ο εκπρόσωπος του Θεού και η Δευτέρα Παρουσία στην γη. Η μάνα του δεν του είχε πει για την άμωμο σύλληψη, γιατί αφενός δεν ήξερε τι είναι άμωμος σύλληψις, αφετέρου γιατί νόμισε ότι έμεινε έγκυος από ένα ταμπόν, που χρησιμοποίησε μια φορά στα καπνοχώρια του κάμπου, όταν διαπίστωσε ότι τις τελείωσαν οι σερβιέτες. Όσο για τον Άγγελο εξ ουρανού, όταν της είπε "Κεχαριτωμένη" και τον είδε με τα φτερά και τα στρας τον πέρασε για τραβεστί λαθρομετανάστη και τον πέταξε έξω κακήν κακώς...
Τον Μήτσο τον "χρέωσαν" στον αλκοολικό φορτηγατζή Λάκη Μπλέτσα, ο οποίος μετά από το θανατηφόρο τροχαίο στο οποίο ενεπλάκη μετά από 129 ώρες ποτού, αυνανισμού και οδήγησης και ξεκλήρισε δυο οικογένειες γερμανών τουριστών, αποφάσισε να κρεμάσει το "τιμόνι". Εκτός του γεγονότος ότι του πήραν άδεια, δίπλωμα, ένα διαμέρισμα που είχε στο Μεσολόγγι και μια μερσεντέ που είχε αγοράσει από την Γερμανία, από το φορτηγό του είχε μείνει μόνο το τιμόνι.
Ο Λάκης Μπλέτσας από νωρίς είχε καταλάβει την θεϊκή υπόσταση του Μήτσου. Αυτός ήταν και ο λόγος που τον κράτησε: κατά βάθος νόμιζε ότι σ'αυτόν έμοιασε. Γι'αυτόν τον λόγο και αποφάσισε να του μάθει τα μεγάλα μυστικά της ζωής: πως να ξυρίζεται κόντρα, πως να κλάνει στον αναπτήρα, πως να ρεύετεαι για να ακούει την ηχώ, πως να παίζει με την γλώσσα για να προσελκύει τις γυναίκες και τέλος πως να κράζει τους πούστηδους και τους Παναθηναϊκούς. Ο Μήτσος Μπλέτσας αισθάνθηκε μεγάλη τιμή όταν ο πατέρας του, του έδωσε το πρώτο στριφτό τσιγάρο στην ηλικία των έντεκα ετών... Μόλις είχε κερδίσει το Αγρίνιο τον Ναυπακτιακό στην έδρα του και ο μικρός Μήτσος είχε δαγκώσει το αυτί του τερματοφύλακα της αντίθετης ομάδας.
Ας αφήσουμε όμως τα παιδικά χρόνια του Μήτσου Μπλέτσα και ας δούμε τα θαύματά του:

1. Το θαύμα στην συναυλία της Μελίνας Κανά.

Ο Μήτσος είχε πιάσει μια γκομενίτσα, την Σούλα από το Στανό Αιτωλοακαρνανία. Όλως περιέργως η Σούλα είχε άλλες αναζητήσεις από αυτές του Μήτσου. Ο Μήτσος είχε μόνιμα μια κασέτα στο αγροτικό του παππού του με Βυζαντινούς Ύμνους της δεκαετίας του '80 του αοιδού Μάκη Χριστοδουλόπουλου, η οποία κόλλαγε στο άσμα "Έγκλημα στη Νέα Κρήνη". Η Σούλα ήταν ψιλορομαντικούλα και γούσταρε ποιότητα, μέλια και κάτι με "να βάλω τα μεταξωτά"... Εν ολίγοις γούσταρε Θαλασσινό, Καλημέρη, και Μελίνα Κανά.
Έτσι όταν έμαθε ότι έναν Ιούλιο θα ρχόταν η Μελίνα Κανά στο καπνοχώρι των Φυτειών για να τραγουδήσει στο γήπεδο, στην εκδήλωση του εκπολιτιστικού συλλόγου "Γρίβαμ' σε θέλ' ο βασιλιάς", τον σταύρωσε τον Μήτσο να πάνε.
Ο Μήτσος εκείνες τις εποχές είχε στην τσέπη του είκοσι τέσσερα ευρώ, ένα προφυλακτικό για να το χρησιμοποιήσει στο μέλλον και το καπάκι από ένα μπικ. Προσπάθησε να εξηγήσει στην Σούλα ότι δεν μπορούσε να δώσει σαράντα ευρώ για είσοδο δύο ατόμων στην Κανά και ότι λίγο παρακάτω έπαιζε δημοτική ορχήστρα με τον Κάκο στο κλαρίνο... Η Σούλα πλάνταξε και ο Μήτσος απογοητεύτηκε. Ο Λάκης Μπλέτσας, το κατάλαβε... Θυμήθηκε ότι με τον πρόεδρο του Συλλόγου είχε παρτίδες, γιατί του είχε φέρει κάτι Βουλγάρες κρυμένες στο ψυγείο του φορτηγού του το 1995 και δούλεψαν για ένα διάστημα ως κονσοματρίζες στο μαγαζί του στον αγροτικό δρόμο προς Φυτείες. Πήγε και του ζήτησε χάρη, να περάσει τζάμπα ο Μήτσος με το Σουλάκι...
"Εγώ χάρες δεν κάνω Λάκη", του το ξέκοψε ο Πρόεδρος... "Με ξέρεις..." συνέχισε.
Ο Λάκης είχε όμως τα επιχειρήματα στην φαρέτρα του:
"Τι χάρες ρε; Ξεχνάς τις Βουλγάρες που σου φερα το '95 ε; Αυτές ήταν χάρες...Έφαγες ψωμί από μένα Γάκια"
Ο Γάκιας σκέφτηκε και απάντησε: "μέσα μπήκα μ'αυτές ρε Λάκη... Ήταν πολύ ψυχρές οι γκόμενες"
Ο Λάκης απάντησε αμέσως: "Πως να μην είναι ψυχρές ωρέ Γάκια; 26 ώρες τις είχα στο ψυγείο"...
Ο Γάκιας ήταν ανένδοτος. Από την εταιρία - νταβαντζή της εκδήλωσης δεν επιτρέπουν τσάμπα είσοδο. Όποιοι μπουν θα πλερώσουν...
ΑΛΛΑ... μπορεί ο Μήτσος να πιάσει δουλειά στην καντίνα του συλλόγου, που θα πουλάει σουβλάκια, μπύρες και ποτά. Και η Σουλίτσα θα ακούει την Κανά και ο Μήτσος θα βγάλει κανά μεροκαματάκι.
Καλά τα μαντάτα για τον Μήτσο. Τόσο καλά που αποφάσισε για να είναι και μέσα στο κλίμα και να φαίνεται λίγο κουλτουριάρης να μην πλυθεί δυο βδομάδες μέχρι την εκδήλωση και να κόψει το μακρύ νύχι του αριστερού μικρού δακτύλου του χεριού του, το οποίο άφηνε να μεγαλώνει από τα οκτώ του χρόνια, όταν ο Λάκης τους εξήγησε την πρακτική του σημασία για την καθαριότητα...
Την ημέρα της συναυλίας, άνοιξε την πόρτα του αγροτικού στην Σούλα, επιδεικνύοντας το αριστερό δακτυλάκι του περιμένοντας μια αναγνώριση. Η Σούλα δεν το κατάλαβε: είχε το απλανές βλέμμα της προσμονής της Μελίνας Κανά... Το κατάλαβαν όμως οι χοντρές ξαδελφές της, που τις φόρτωσε στην καρότσα για να συνοδέψουν την Σούλα μέχρι το γήπεδο. Αυτές θα άκουγαν την συναυλία απ'έξω, γι'αυτό και είχαν πάρει σε πλαστική σακούλα του ΑΒ Βασιλόπουλος λαχανόπιτα και κρύα πρατίνα... Άρχισαν να γελάνε και να λένε: Θαύμα, Θαύμα... Ο Μήτσος έγινε άνθρωπος!
Στην καντίνα δεν είχε πολλή κάβα. Ο καντινάρχης το πε: "ποιός θα ρθει μωρέ εδώ, όταν δίπλα έχει κλαρίνο ο Κάκος"; Όμως η πραγματικότητα τον διέψευσε... Μιλιούνια ο κόσμος, από Άρτα, Πρέβεζα, Ναύπακτο, Μεσολόγγι και Πάτρα για να δει την Μελίνα... Και όλο και περισσότερο κόσμος έσπευδε στην καντίνα να τσιμπήσει κανά σουβλάκι ή κανά ουϊσκάκι.

Έρρεε το χρήμα άφθονο και το ποτό τέλειωνε/
κάπου στο κέντρο του γηπέδου η Σουλίτσα έλιωνε...




Είκοσι λεπτά πριν να τελειώσει η συναυλία ο καντινάρχης σήκωσε όλα τα λεφτά και εξαφανίστηκε... Ήθελε να προλάβει στο πρακτορείο ΠΡΟΠΟ να παίξει στοίχημα και έμεινε στην καντίνα μόνος ο Μήτσος. Είχε μείνει μισό μπουκάλι Τζώνυ κόκκινο και δέκα βαρέλια παγάκια. Οι παραγγελίες ατέλειωτες... Ο Μήτσος προσευχήθηκε στον Μεγαλοδύναμο, ζητώντας να του βρει τρόπο να ικανοποιήσει την ατέρμονη (δεν το πε έτσι ακριβώς) δίψα των Μελινοκαναϊκών και επιπλέον να ισοπεδώσει τους Βάζελους.
Ξαφνικά του ρθε η ιδέα... Γέμιζε τα ποτήρια με παγάκια έριχνε μια σταγόνα με Τζώνυ και το γέμιζε νερό! Εκεί που περίμενε να τον πάρουν όλοι με τα δίκανα που χαν στ'αγροτικά, διαπίστωσε ότι τα πιναν με ευχαρίστηση. Είχε και 40 βαθμούς Κελσίου, 93/100 υγρασία, φαίνονταν τα παγάκια, λουκούμια στα ξεραμένα στόματα...

Και αυτό είναι το πρώτο θαύμα του Μήτσου Μπλέτσα... Έκανε το νερό ουϊσκυ!!!

Για το δεύτερο θαύμα θα σας δώσω μια προκαταβολή:

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Που σαι ρε Ζαμπούνη...

Όταν είναι Τετάρτη βράδυ και έχεις πιάσει καινούργια γκόμενα, δεν χρειάζεται να την βγάλεις έξω μαζί με τον δικηγόρο που σου έχει βγάλει το διαζύγιο. Πρώτον, επειδή δεν χρειάζεται να αποδείξεις τίποτε και σε κανέναν και δεύτερον, επειδή, ίσως ο δικηγόρος δεν γουστάρει και ιδιαίτερα να βγει μαζί σου. Επειδή, όμως τυχαίνει ο πελάτης να έχει πάντοτε δίκιο και ο δικηγόρος, κάποιος σαν εμένα, να μην έχει προσωπική ζωή αφενός, να μην έχει και κάποια δικαιολογία αντάξια του ότι "έχω προσωπική ζωή και θέλω να μ'αφήσεις ήσυχο", συνηγορούν στο να πηγαίνουν μια άκυρη (και άκαιρη βραδιά) όλ τουγκέδερ στα επαρχιακά μπουζούκια.
Εκεί τυχαίνει το εξής παράλογο: ένας εντελώς μεθυσμένος τύπος έρχεται στο τραπέζι μας και ζητάει από την καινούργια γκόμενα να χορέψει μαζί του, το τσιφτεντέλι που παίζει η ορχήστρα. Η καινούργια γκόμενα κοιτάει με απορία τον πελάτη, ο πελάτης κοιτάει με απορία τον δικηγόρο, ο δικηγόρος κοιτάει με απορία το ταβάνι...! Αφού ο μεθυσμένος κοντεύει κυριολεκτικά να πηδήσει την καινούργια γκόμενα επάνω στο τραπέζι με τα λελούδια που ο πελάτης χρύσωσε τις λελουλούδες να αφήσουν, ο πελάτης σκουντάει τον δικηγόρο και τον ρωτάει: "τι να κάνω τώρα, να τον αφήσω";
Για τον δικηγόρο είναι απλά τα πράγματα... Συνεκτιμά τις καταστάσεις ως εξής: α) Ο τύπος έχει κάτι δικέφαλους σαν το μπούτι του δικηγόρου β) δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να συντάξει εξώδικο δήλωση διαμαρτυρίας γ) κοιτάει την παρέα του ενοχλητικού, διαπιστώνοντας ότι όλοι είναι απόφοιτοι περιθωριακού Γυμναστηρίου, σαν αυτά που έχουν αφίσες τον Σβαρτζενέγκερ δ) κοιτάει τον πελάτη που είναι ρέκλα, υποψιαζόμενος ότι δεν θα τα βάλει με όλους αυτούς σε περίπτωση άρνησης και ε) αφού δεν συνοδεύει αυτός την καινούργια γκόμενα του πελάτη, δεν είναι δικό του πρόβλημα και... συνηγορεί να χορέψει το έρμο τσιφτεντέλι.
Ο πελάτης συμφωνεί με χαρά...
Παρένθεση πρώτη: Ο πελάτης δεν έπρεπε να συμφωνήσει. Ή έπρεπε να αφήσει την καινούργια γκόμενα να χορέψει και να σκωθεί επί τόπου να φύγει ή έπρεπε να διώξει τον μαντράχαλο που πήγε και ξύστηκε στις καρέκλες του δικού του ζωτικού χώρου. Με όποια θυσία, συμπεριλαμβανομένης να του μάσει τα τσαούλια ο νταβραντισμένος μεθυσμένος, αυτουνού και του δικηγόρου και της νέας γκόμενας.
Παρένθεση δεύτερη: Ο δικηγόρος πρέπει να μεμφθεί για απιστία; Όχι... Ο πελάτης πρέπει να μεμφθεί για έλλειψη στοιχειώδους savoir vivre...
Συνέχεια... Ο δικηγόρος αντιλαμβάνεται ότι την καινούργια γκόμενα σε λίγο θα την πασπατεύει το μισό μαγαζί, αλλά δεν έχει όρεξη να δίνει τσάμπα νομικές συμβουλές. Ζητάει τον λογαριασμό και είναι έτοιμος να φύγει. Την ίδια άποψη έχει και το νέο ζευγάρι ( ο μεγαλοδύναμος να το κάνει). Ο Δικηγόρος φεύγει πρώτος, ο πελάτης φεύγει δεύτερος, η νέα γκόμενα φεύγει τρίτη, στην δε πόρτα την προφταίνει ο μποντιμπυλντάς μεθυσμένος και την μπαλαμουτιάζει...
Ο Δικηγόρος και ο πελάτης περιμένουν απέξω στο κρύο...
Τι λέει ο ποινικός κώδικας; Τίποτε... Όταν όμως ο Ζαμπούνης κάθεται και γράφει ότι πάντοτε προηγούνται οι κυρίες, και πάντοτε τους ανοίγουμε τις πόρτες και περιμένουμε να περάσουν μπροστά, τι άραγε ήθελε να πει; Πρακτικά θέματα: οι γκόμενες περνάνε μπροστά για να τις ελέγχουμε και να μην τις πιάνουν τον κώλο οι ξένοι!!! Δεν υπάρχει άλλος λόγος... Σοφά εποιήθη το savoir vivre!!!
Άρα ποιος φταίει που η μαντάμ εμπαλαμουτιάσθη στην έξοδο του κέντρου; Η μπαλαμουτιασθείσα ή ο μπαλαμούτης; Ουδείς άλλος από τον συνοδό που δεν ακολούθησε το σαβουάρ βίβγ (εεεεε; είδατε το γγγ), γιατί αν έπαιρνε τα μέτρα του, κανέναν δεν θα σούραγε...



Στο βάθος επικρατεί η γλυκειά θλίψη του δικηγόρου, ο οποίος μονολογεί: δεν θα προλάβω να βγάλω κι αυτό το διαζύγιο...

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Επί του καναπέους...

Οι τελευταίες εξελίξεις στην υπόθεση του δικηγορικού επαγγέλματος, το οποίο κάνω και ζω από αυτό με ανάγκασαν να σηκωθώ από τον καναπέ... Αυτό δεν είναι κάτι το δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στο σπίτι τουλάχιστον δεν έχω καναπέ, στο δε γραφείο σπανίως τον χρησιμοποιώ, τον έχω δε εκχωρήσει για να περιμένει κάποιος αγχωμένος πελάτης! Με τον Δικηγορικό Σύλλογο Άρτας, πήραμε το λεωφορείο και κατεβήκαμε στις Βουλές και τα Υπουργεία, φτιάξαμε πανώ, πήραμε και σφυρίχτες και σιουρήξαμε κατά των νέων μέτρων και των αλλαγών...
Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θυμήθηκα τα νειάτα μου και τις φοιτητικές πορείες στο Πανεπιστήμιο για να μην περάσουν τα μέτρα Αρσένη ή για τα δικαιώματα των ναυτεργατών...
Τελικά, κάτι είπαμε ότι κερδίσαμε, πήγε λίγο πίσω η κυβέρνηση, εγώ όμως πιστεύω ότι πάνω απ'όλα διασώσαμε την αξιοπρέπειά μας ως πολίτες, γιατί αν δεν κατεβαίναμε να φωνάξουμε, να σφυρίξουμε και να διαμαρτυρηθούμε, θα έπρεπε να φουντώσει ο Άραχθος και να μας βγάλει στον πάτο του Αμβρακικού να μας ρουφήξουν οι σουπιές!

Η διεργασία του συνδικαλισμού, με ενθουσίασε και μιας και είμαι και υποψήφιος ως μέλος του ΔΣ Άρτας είπα να φτιάξω ένα μικρό φυλλάδιο με τις απόψεις μου... Αποφάσισα να ακολουθήσω το φοιτητικό μοντέλο, του φανζίν, της χειροποίητης μπροσούρας, να δείξω ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι έκφρασης και δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο σοβαροφανείς σε μια προσπάθεια ενός συλλόγου, μόλις 125 νοματαίων....













Πιστεύω ότι μπορούμε να έχουμε πλέον άλλους τρόπους έκφρασης στον συνδικαλισμό, μπορούμε να έχουμε απόψεις και να τις εκφράζουμε πρωτότυπα και δυναμικά... Για να δούμε, εκτός από τον κώλο μας, θα σηκώσουμε και τα μυαλά μας από τον καναπέ;

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Αλήτης των εκδηλώσεων...

Σκέφτομαι καμία φορά ότι σαν φοιτητής δεν άφηνα συναυλία και εκδήλωση που να μην πάω. Ξεκινούσα από τα μεγάλα φεστιβάλ μέχρι την πιο άσημη παρουσίαση συλλογής ποιημάτων. Πάντα με δυο χιλιάρικα το πολύ στην τσέπη και καλή διάθεση. Θυμάμαι από την συναυλία του Πορτοκάλογλου στην Δουκίσσης Πλακεντίας, όπου είχαμε πάει σε έναν λόφο και την παρακολουθήσαμε, οπότε και στην μουλαρία εκείνη που είχε στρωθεί στους θάμνους και τα πουρνάρια για να δει μια κουκίδα με ένα κόκκινο μαντήλι στο λαιμό μας αφιέρωσε την μισή παρουσίαση. Αν ήμουν στους μέσα με το εισιτήριο θα ντρεπόμουν... Επίσης οι εκδηλώσεις της ΚΝΕ στην Πανεπιστημιούπολη των Ιλισσίων ήταν εκείνες που θύμιζαν πραγματικά μουσικό πανηγύρι. Και βέβαια εν αναμονή του Νταλάρα, ο οποίος είχε τραγουδήσει στην εκδήλωση που ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Μάνου Λοϊζου. Μετά χιπ χοπ... στο πρώτο ΓΟΥΔστοκ στο ηρωϊκό Γουδί, στο πρώην στρατόπεδο των τεθωρακισμένων, όπου πέρασαν τα όλα τα πρώτα συγκροτήματα της εποχής. Το φεστιβαλ κινηματογράφου της Ελευθεροτυπίας όπου ολόκληρα 24ωρα τα περνούσα σε μια αίθουσα, βλέποντας ταινίες από όλο τον κόσμο. Το φεστιβάλ της Βαβέλ είναι εκείνο όμως που μου έμεινε: το τελευταίο που παρακολούθησα ήταν το 2005 και είχα πάει με κοστούμι και καθαρό σιδερωμένο πουκαμισάκι. Ήμουν ακριβώς η μύγα μές στο γάλα...
Σήμερα μου λείπουν αυτά... Δεν είμαι και στην Αθήνα αφενός. Αφετέρου έχει σβήσει εκείνη η φλόγα: η φλόγα που ανάβει όταν κάθεσαι σε ένα παγκάκι και δεν έχεις ΑΠΟΛΥΤΩΣ τίποτε να κάνεις και να βλέπεις από μακρυά μια μικρή αφίσα που να λέει ότι η θεατρική λέσχη του πολιτιστικού συλλόγου της ενορίας του Αγίου Παντελεήμωνα ανεβάζει ένα θεατρικό και να σηκώνεσαι και να πηγαίνεις.
Έχασα το μότζο μου; Ίσως... Όχι ίσως, σίγουρα! Κατά καιρούς το έχω δικαιολογήσει με διάφορες μπούρδες. Να από την μια δεν μπορώ άλλο να σπαταλάω τον χρόνο μου με σκουπίδια, από την άλλη δεν έχω την όρεξη να κάνω τόσο μεγάλες διαδρομές για αμφιβόλου περιεχομένου εκδηλώσεις, ίσως και να μην ταιριάζω πια εγώ σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες.
Όσο θυμάμαι τότε που είχα πάει σε παρουσίαση βιβλίου και χαζογέλαγα με τον συγγραφέα και τις παπαριές που έλεγα με αποτέλεσμα να βάλει σχεδόν τα κλάμματα, είναι μια σκληρή ανάμνηση. Σήμερα δεν θα το έκανα με τίποτε... Τότε νόμιζα όμως ότι όλες εκείνες εκδηλώσεις είναι τμήμα του δικού μου εαυτού και όχι εγώ μέρος αυτών. Καλώς ή κακώς δεν είμαι πια το κέντρο του κόσμου.
Έρχονται όμως και οι στιγμές εκείνες που η ατέλειωτη επανάληψη της ίδιας καθημερινότητας σε κουράζει: γραφείο, σπίτι, γραφείο ποτό, ίδια συζήτηση, σπίτι...
Έχω βαρεθεί να κοιτάζω τα γκομενάκια, να λέω τις ίδιες ατάκες, να πίνω τα ίδια ποτά (μου τα φέρνουν πια χωρίς να τα παραγγέλνω... ξέρουν)! Θέλω να τους ρίξω μια κλωτσιά και να πω: τέλος! Θα ξαναρχίσω την αλητεία των εκδηλώσεων...
Θα βάλω τα μποτάκια μου, το τζην και την φθαρμένη καπαρτίνα μου, θα ξαναφήσω τα μαλλιά μακρυά, και θα πάρω σβάρα όλα τα πολιτιστικά δρώμενα... Θα ζω απ'αυτά, θα αναπνέω μέσα στην ασύστολη πολλές φορές μπουρδολογία των νεόκοπων δημιουργών. Θα χειροκροτώ τις μετριότητες και θα αγνοώ τους επιτυχημένους, που θέλουν τόσο πολύ να τους λατρεύουμε. Θα χαμογελάω στα 18χρονα, γιατί θα μου θυμίζουν ότι έτσι ήμουν κι εγώ. Και βέβαια θα προσκυνάω στον μεγάλο άγνωστο θεό που είχα βαπτιστεί στην χάρη Του, αλλά μόλις σήμερα, σαν ετοιμοθάνατος γέροντας αναγνωρίζω την μεγαλειότητα της ύπαρξής του: Στον Ελεύθερο Χρόνο και στην Αγία Τριάδα του να ζεις χωρίς να κάνεις τίποτε, να παρακολουθείς και να εμπνέεσαι και πάνω απ'όλα να εμπνέεις.
Σήμερα τα φθαρμένα μποτάκια είναι κλειδωμένα σε κάποια κρυφή ντουλάπα. Το μόνο κοινό που έχω με την φοιτητική εκείνη μακρινή ζωή, δεν είναι τίποτε άλλο από τις μπύρες στο ψυγείο και το τηλέφωνο απ'τα ντελίβερι... Αλλά πάντως εκείνες τις στιγμές που η μέρα τελειώνει και κλείνω τον υπολογιστή στο γραφείο, κάνοντας έναν ακούσιο απολογισμό της ημέρας (και της ζωής μου ολόκληρης) πτερουγίζει εκείνη η ψυχανεμική σπίθα, του να πεταχτώ επάνω και να ξαναβγώ στους δρόμους...

Εδώ θα μαστε...